borat
Επιφανές μέλος
Δε θα γράψω για αυτούς παρά μόνο θα δώσω τα λινκ που χρειάζεται και ένα βίντεο κλιπ από ένα εξαιρετικό τους κομμάτι.
Διαβάστε προσεκτικά όσα λέει το wiki μιάς και γενικά
δύσκολα κάποιος βρίσκει πληροφορίες.
wiki
και ένα αριστουργηματικό δείγμα της ιδιαιτερότητας τους.
As through the pipes the waters fell down to the bottom of the well,
in listless apathy I gazed at the cold waters … - as he bathed.
I half behold that scenery and its most sensual masculinity.
Yet, disappointment, oh, can't you see, is still the cause and the cardinal symptom of my sick, sad reality.
Silver equals chill, but that suits me just fine. I'm shyly sipping
water … while he drinks whole jugs of wine. He likes all kind of women, and I … I only HATE … men.
He marvels at all things new to him … - and I only wait … for all things in this sick world … to end.
The water pouring down his spine, caressed his strong physique, oh, so well-defined, calm like a rock he stands, oh, behold his beautiful body and soul a friendly God must have built this man to an all well-balanced whole.
What sad bewilderment this brought, physical clearness, alas, still so much abhorred:
an ancient ghost awoke and fiercely arose in me:
it was that old, savage, yet half-forgotten ideal of perfect neutrality.
Silver equals chill, but that suits me just fine. I'm shyly sipping water…
while he drinks whole jugs of wine. He likes all kind of women, and I…
I only HATE… men.
He marvels at all things new to him… -
and I only wait… for all things in this sick world… to end.
I somewhat envy this naturally beautiful man, he never knew or encountered the hatred and shame that I bare.
The doubt, the cloak of disgust and the all-devouring dread, and if I told him about it,
he might only shake his head with kindly amused, melodious laughter,
he then would perhaps merely smile at my … oh, so stupid silliness …
and the BEAST that is raging inside.
Μαγικοί.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Οι Γ.τ.Χ. θα είναι πάλι μαζί για ένα διήμερο στο Gagarin τον Απρίλη όπως λένε για να αποχαιρετήσουν 20 χρόνια μετά τους φίλους τους.
borat.-
Ένα χρόνο μετά και ύστερα από προσωπική επικοινωνία με τον Άκη Αμπραζή και τον Θεοδωρή Ηλιακόπουλο,
έχω τη μεγάλη χαρά, να δώσω στο e-steki τα λινκ από την βιντεοσκόπηση της συναυλίας.
Σπρεντ δε γορντ μπράδερς, τα λινκ δεν είχαν -έως σήμερα- κυκλοφορήσει και είναι δωρεάν προς download.
https://www.megaupload.com/?d=A30W13VR
https://www.megaupload.com/?d=9EVPWYFJ
https://www.megaupload.com/?d=N0WKT7HQ
https://www.megaupload.com/?d=W5LITTFQ
Aπό εμένα και τη Γενιά του Χάους καλή ακρόαση!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Ορίστε και η επίσημη ανακοίνωση από την επίσημη ιστοσελίδα:
All the pretty little horses…
“Μονάχα η ομορφιά μένει κι υπογραμμίζει τη διαφορά μας” - ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΛΑΣ
Καταρχήν, ένα μεγάλο ευχαριστώ κι ένα τεράστιο συγνώμη.
Το ευχαριστώ είναι για την αμέριστη συμπαράστασή σας - ηθική και υλική - ολα αυτά τα χρόνια.
Ανεξάρτητα από τις όποιες ικανότητες μπορεί να είχαμε είτε ως μεμονωμένες οντότητες είτε ως δημιουργικό σύνολο, η αλήθεια είναι ότι χωρίς εσάς δεν θα ήμασταν τίποτα.
Η συγνώμη είναι γιατί το τέλος μας δεν ήταν αντάξιο της μέχρι τώρα πορείας μας κι αυτό μας αφήνει μια πίκρα.
Ομως, ξέρετε, καμμιά φορά ο ηθικός ξεπεσμός, η βία και η μοχθηρότητα δεν αφήνουν χώρο για διαπραγματεύσεις. Κι έτσι ξαφνικά,πέφτει η αυλαία. Και αυτό είναι oλο.
Εσείς κοιτάξτε να διαφυλάξετε στο μυαλό και στην καρδιά σας το μικρό μας κληροδότημα - τιποτε άλλο δεν έχουμε - τη μουσική και τους στίχους μας, που τώρα πια σας ανήκει ολοκληρωτικά.
Και να μη στεναχωριέστε γιατί ό,τι εκτινάχθηκε με τέτοιο πάθος δε μπορεί να σβήσει εύκολα κι ας χάθηκε.
Τέλος της ιστορίας.
Τώρα τα παιδάκια θα αποσυρθούν στον παιδότοπό τους για να παίξουν με τα λέγκο τους και σε λίγο καιρό, όταν θα βγουν απο εκει, να είστε σίγουροι ότι θα έχουν καινούργιες ιστορίες να διηγηθούν και όμορφα οικοδομήματα να επιδείξουν.
Να προσέχετε τους εαυτούς σας και να θυμάστε καλά στην πορεία της ζωής σας τούτη τη φράση του Μάρκου Αυρήλιου ”ο καθένας αξίζει όσο αξίζουν αυτά για τα οποία φροντίζει”.
Η ομορφιά θα θριαμβεύσει. Μας προσμένουν οι μεγάλοι, οι απέραντοι δρόμοι.
Θα τα πούμε στη σκηνή.
Οι ταπεινοί σας σύντροφοι
ΤΑΣΟΣ ΜΑΧΑΣ, ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΡΔΗΣ, ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΡΟΔΟΣΤΟΓΛΟΥ, ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ
link
Kρίμα.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Mία ακόμη συνέντευξη για το αρχείο:
κλικΤου ΔΗΜΗΤΡΗ ΑΝΑΣΤΑΣΟΠΟΥΛΟΥ
Δεν καταλαβαίνουμε τι θέλουν. Να τους καθοδηγήσουμε; Δεν είχαμε ποτέ την όρεξη να στεφούμε αρχηγοί ενός κινήματος. Να υψώσουμε τα λάβαρα με τον όχλο να ακολουθεί; Δεν ανεβαίνουμε στη σκηνή για να γεμίσουμε κάποιο κενό. Δεν έχουμε προσδοκίες. Ποτέ δεν πήραμε λεφτά, ούτε θα πάρουμε τώρα, είκοσι χρόνια μετά. Θέλουμε να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο. Να μας βοηθήσει να ξαναηχογραφήσουμε το παλιό υλικό μας. Και εμείς να το προσφέρουμε δωρεάν στο Ιντερνετ. Γιατί σε αυτούς τους δίσκους από το '86, ο ήχος είναι σαν από παλιό τρανζίστορ. Ούτε εμείς δεν μπορούμε να τους ακούσουμε». Η ιστορική μπάντα από τα χρόνια του '80, η «Γενιά του Χάους», που σημάδεψε όσο ελάχιστοι την πανκ σκηνή, επιστρέφει για δύο συναυλίες, σήμερα και αύριο, στο Gagarin. Ο τραγουδιστής Θοδωρής Ηλιακόπουλος και ο μπασίστας Αρης Αμπράζης πριν σταθούν στη σκηνή μαζί με τον κιθαρίστα Κώστα Χατζόπουλο και τον ντράμερ των Sleepin Pillow, Μπάμπη Πετσίνη, μας μίλησαν για όλα.
Για τις συναυλίες: «Το μόνο που θέλουμε είναι να επαναπροσδιορίσουμε λίγο το υλικό μας. Να το παίξουμε μια φορά καλά. Εχουμε κάνει καμιά πενηνταριά λάιβ στην ιστορία μας. Εχουμε ευχαριστηθεί τρία-τέσσερα. Ολα τ' άλλα ήταν χάλια. Εβγαινες να παίξεις και δεν άκουγες τίποτα. Εντάξει, όλοι έτσι παίζανε τότε. Δεν τους πείραζε. Εμάς όμως μας πείραζε. Γιατί πιστεύαμε ότι πέρα από τις ιδέες και τον πανκ αυθορμητισμό, η μουσική μας είχε κάτι να πει, δεν ήταν μόνο δύο ακόρντα. Δουλεύαμε γι' αυτήν ώρες ατέλειωτες, σε καταλήψεις, όπου να 'ναι».
Για την επανασύνδεση: «Είναι μια ιστορία δύο χρονών. Είπαμε να πιάσουμε το υλικό αυτό στα χέρια μας σήμερα. Να δούμε αν βγαίνει καλύτερο από τότε ή χειρότερο. Να το εμπλουτίσουμε, να το φέρουμε σε ένα όμορφο επίπεδο. Κάναμε δεκαοκτώ μήνες πρόβες. Ο ντράμερ ερχόταν από Θεσσαλονίκη και έφευγε την ίδια νύχτα. Κανείς δεν τα κάνει αυτά σήμερα. Μόνο εμείς οι παλαβοί και όσοι θέλουν να είναι μαζί μας».
Για τη μουσική: «Ακούγαμε την κολεκτίβα των Crass, αμερικανικό πανκ, Dead Kennedys Black Flag. Κανένας μας δεν άκουγε μόνο πανκ. Επηρεαστήκαμε από το νιου γουέιβ, το ιντάστριαλ και τη νέα γενιά του μέταλ, που δεν ήταν τόσο ανεγκέφαλη και κατευθυνόμενη. Ολοι είχαμε άποψη για τη μουσική. Και μετά πρόβες σε άθλιες συνθήκες. Παίζαμε σε καταλήψεις και πέφτανε οι σοβάδες. Αλλά θέλαμε να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό. Ολες οι απόψεις, μουσικές ή ιδεολογικές, μοιράζονταν και έβγαινε κάτι συλλογικό. Και ήμασταν πάντα ανοιχτοί σε όσους πρόσφεραν. Ο Δημήτρης Παπαϊωάννου έφτιαξε το εξώφυλλο του πρώτου δίσκου. Και εμείς παίξαμε μουσική για μια χορευτική του παράσταση».
Για το πανκ: «Ημασταν πανκ. Η λέξη δεν σήμαινε κάτι συγκεκριμένο. Δεν ήταν τα λοφία και οι αρβύλες που μέτραγαν. Ηταν μια συμπεριφορά, την οποία ο καθένας μετέφραζε με την προσωπική του αντίληψη. Ομως για όλους το πανκ σήμαινε να είσαι ενάντια σε κάθε είδους καταπίεση. Υπήρχαν δεκάδες απόψεις, αλλά κανείς δεν επέβαλλε τίποτα στον άλλον. Μπορούσες να καθίσεις σ' ένα τραπέζι και να συζητάς μέχρι το πρωί. Δεν ήταν όμορφα χρόνια, σκληρά ήταν, αλλά ταυτόχρονα ενδιαφέροντα».
Για τη «Γενιά του Χάους»: «Πόσοι ήταν τότε μαζί μας; Τώρα είναι σε χειρότερα πόστα από αυτά που χλεύαζαν. Δεν εκφράσαμε καμία γενιά. Δείχναμε μόνο τι θα συμβεί αν τολμήσει κάποιος να αμφισβητήσει ό,τι υπάρχει γύρω του. Η μουσική και οι στίχοι αντιπροσώπευαν τους χειρότερους φόβους μας, που έγιναν πραγματικότητα. Από τη μια ήταν η ευμάρεια, η οικονομική σταθερότητα. Από την άλλη, άνθρωποι που δεν είχαν στο ήλιο μοίρα, η πρέζα, η άθλια εκπαίδευση. Σε προσωπικό επίπεδο ο καθένας μας έδωσε μάχες. Προχωρήσαμε αμφισβητώντας και θέτοντας διαρκώς ερωτήματα. Κι όλοι μάς έλεγαν: "βουλώστε το". Δεν το κάναμε για τη γενιά μας, για μας το κάναμε».
Για τη διάλυσή τους: «Από το '87 έως το '89 ήμασταν υπό διάλυση. Μας είχε κουράσει τρομερά. Ο,τι και αν κάναμε, ώστε να είναι δημοκρατικό και λειτουργικό για όλους, αντιμετωπιζόταν με την ίδια ελαφρότητα. Το σύνθημα των χίπις ήταν «ντροπ άουτ»: βγες έξω από την κοινωνία. Το πανκ έλεγε «ντροπ ιν», μπες μέσα και πολέμα για να φτιάξεις έναν κόσμο με αξιοπρέπεια. Αν διαλέξεις το δρόμο της σύγκρουσης, θα δεις τελικά ποιος είσαι. Πιστεύαμε ότι η μουσική μπορεί να οδηγήσει κάπου. Αλλά όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν στράφι. Κανείς δεν ήθελε να καταλάβει».
Για τον Δεκέμβρη: «Νιώσαμε μόνο θλίψη. Ηταν μια δικαιολογημένη αντίδραση, αλλά δεν παύει να ήταν ένα τυφλό ξέσπασμα. Το κράτος περίμενε να τελειώσει και αντεπιτέθηκε, με περισσότερη βία. Για να αντέξεις χρειάζεται αλληλλεγγύη, δύναμη και άποψη. Οταν δεν έχεις τίποτα, μόνο βία, αυτοακυρώνεσαι. Εχει χορτάσει βία ο κόσμος. Δεν θα αλλάξει τίποτα όσες τράπεζες και αν κάψεις. Χρειάζονται νέες ιδέες, προτάσεις. Αυτό που έγινε στην Αθήνα το '85 ήταν πολύ μεγαλύτερο. Μπορεί να μην είχε την εμβέλεια του Δεκέμβρη, αλλά δεν έχει επαναληφθεί, ούτε πρόκειται. Γιατί είχε κοινωνική απήχηση. Οταν έληξε η κατάληψη του Χημείου, 10.000 άτομα ήταν η πορεία που περικύκλωσε το κτίριο για να βγάλει τα παιδιά έξω. Εληξε η κατάληψη χωρίς να γίνει ούτε μια σύλληψη».
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Εν όψει της συναυλίας της Γενιάς ο Θ. Ηλιακόπουλος (φωνή και στίχοι) έδωσε μία συνέντευξη για το rockap.gr που παραθέτω αυτούσια για συλλεκτικούς και αρχειακούς λόγους:
Με αφορμή το live συνάντησα το Θοδωρή Ηλιακόπουλο (στίχοι-φωνή) αργά κάποιο απόγευμα και μου απάντησε σε ερωτήσεις που κατά καιρούς σκεφτόμουν ότι αν είχα ποτέ τη δυνατότητα θα ρωτούσα τη Γενιά. Ποιοι λόγοι την οδήγησαν στη διάλυση; Ποιο ήταν το χαρακτηριστικό της Γενιάς που την τοποθετεί ακόμα και σήμερα στη θέση του «μεγαλύτερου ελληνικού πανκ γκρουπ»; Ποιο ήταν το μύνημα της Γενιάς; Γιατί αποφάσισε να ανέβει πάλι επί σκηνής ύστερα από τόσα χρόνια;
-Παρότι ήταν δύσκολο να καταλήξω στην πρώτη ερώτηση, μιας και όταν μιλάς για τη Γενιά του Χάους αυτές έρχονται μόνες τους, ας ξεκινήσουμε γυρίζοντας πίσω το χρόνο και πηγαίνοντας στο 1989 όπου είχαμε την ολοκλήρωση του 2ου δίσκου, Ρέκβιεμ, αλλά και την διάλυσή σας. Το ʽ89 περνάτε κατά κάποιον τρόπο στην ιστορία, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Θοδωρή είχες πει σε συνέντευξη στο fanzine Χωρίς Κανόνα ότι οι αιτίες που οδηγούν σε διάλυση ένα συγκρότημα είναι πολυάριθμες και μάλιστα είχες αναφέρει δύο από αυτές. «Καθοριστικής σημασίας για μας», είπες «ήταν το πρόβλημα του ντράμερ» και επίσης το γεγονός ότι «μπήκαν κάποιες εταιρείες στο παιχνίδι κι άρχισαν να χωρίζουν τα συγκροτήματα με κριτήριο ένα πιθανό κέρδος». Καταλαβαίνω ότι δε θέλατε να πέσετε στην παγίδα, ήταν όμως απαραίτητο και ζωτικής σημασίας να ακολουθήσετε το δρόμο των εταιρειών; Ήταν δηλαδή μόνο αυτοί οι λόγοι ή αυτοί ήταν οι προφανείς και εξιλαστήριοι λόγοι;
Για να γίνουν κατανοητοί οι λόγοι της διάλυσης, θα πρέπει να ξεκινήσω τοποθετώντας τη Γενιά στο ευρύτερο κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο γεννήθηκε και εξελίχθηκε. Μιλάμε για το 1982, εποχή όπου η Ελλάδα βρίσκεται στην αφετηρία μιας μεταβατικής περιόδου, πολιτικά και κοινωνικά: άνοδος του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στην εξουσία, ουσιαστική «αποποινικοποίηση» του αριστερού χώρου, δημιουργία των πρώτων συσπειρώσεων αντιεξουσιαστικών ομάδων, γέννηση της πρώτης ελληνικής underground μουσικής σκηνής -με στέκια αρχικά την Πλάκα, και από το ʽ83 και έπειτα τα Εξάρχεια. Τα μουσικά σχήματα της σκηνής αυτής, μέσα στην οποία εντάσσεται η Γενιά, δημιουργούν και προωθούν την μουσική τους κάτω από αντίξοες συνθήκες: ελάχιστη ανοχή ή αποδοχή από την πλειονότητα της ελληνικής κοινωνίας, κλειστοί δίαυλοι επικοινωνίας των κρατικών μονοπωλίων της τηλεόρασης και του ραδιοφώνου, κλειστές πόρτες των μεγάλων δισκογραφικών, απλησίαστες τιμές οργάνων και μουσικού εξοπλισμού και, φυσικά, εξαιρετικά περιορισμένη πρόσβαση σε κάθε τι που αφορούσε αντίστοιχες σκηνές του εξωτερικού -κάτι αδιανόητο για τον σημερινό έφηβο της εποχής του Internet και του Myspace. Την ίδια περίοδο γεννιούνται και οι πρώτες ανεξάρτητες δισκογραφικές, που συσπειρώνουν γύρω τους πολλά από τα συγκροτήματα της σκηνής.
Για να επανέλθω τώρα στην ερώτησή σου, πρέπει να σου πω ότι με αφορμή την κατάληψη του Χημείου το ʽ85 ξεκινάει η εφαρμογή ενός οργανωμένου σχεδίου διάλυσης του συγκεκριμένου χώρου από τον κρατικό μηχανισμό, με κύριο όπλο την πρωτοφανή υπερπροσφορά φτηνής ηρωίνης στα γνωστά στέκια. Μέσα σε δύο-τρία χρόνια το underground κίνημα σχεδόν διαλύεται και φτάνει έτσι το ʽ87-αρχές του ʽ88 και αυτό που εμείς ξέραμε, αυτό μέσα στο οποίο μεγαλώσαμε και προχωρήσαμε κάνοντας μια όποια πρόοδο, μουσικά πάντα μιλώντας, παύει να ισχύει, συρρικνώνεται. Επέρχεται μια πολύ γρήγορη και βαθιά παρακμή και πολλά αλλάζουν με μη αναστρέψιμους όρους.
Μέσα σʼ αυτό το κλίμα, έρχεται να προστεθεί η αλλαγή της τακτικής πολλών ανεξάρτητων δισκογραφικών, που αρχίζουν να συμπεριφέρονται σαν πολυεθνικές: επιλέγουν συγκροτήματα σύμφωνα με εμπορικά κριτήρια για να επιβάλουν τη δική τους «σκηνή» και με σκοπό πλέον το κέρδος διεκδικούν ένα κομμάτι από την πίτα της show biz. Για εμάς τότε οι ανεξάρτητες εταιρείες ήταν μονόδρομος, μιας και το υπάρχον νομικό πλαίσιο δεν επέτρεπε σε ιδιώτες να τυπώσουν και να εμπορευθούν βινύλια. Μην ανήκοντας όμως στην κατηγορία των επιλεγμένων ως εμπορικών σχημάτων, κατά τη διάρκεια της ηχογράφησης του δεύτερου δίσκου η εταιρεία αρνείται να μας πληρώσει τις απαιτούμενες ώρες στο στούντιο και ερχόμαστε σε ρήξη. Να σημειωθεί εδώ ότι έχουμε ήδη εντάξει δεύτερη κιθάρα στο σχήμα με σκοπό να αυξήσουμε τον όγκο του τελικού αισθητικού αποτελέσματος, κάτι που συνεπάγεται την ανάγκη επιπλέον ωρών ηχογράφησης και μίξης, πέρα των προκαθορισμένων.
Ένας άλλος λόγος, που αφορά πλέον στα εσωτερικά του γκρουπ, ήταν η αποχώρηση του μπασίστα μας, Άκη Αμπράζη, αμέσως μετά την κυκλοφορία του πρώτου δίσκου, το φθινόπωρο του ʽ86. Η χημεία που είχαμε κατορθώσει να αναπτύξουμε ο Κώστας, ο Άκης και εγώ ήταν μοναδική και πολλά υποσχόμενη. Ήμασταν και οι τρεις υπέρ του μουσικού πειραματισμού, θέλαμε να εξελίξουμε την μουσική μας, κυρίως ως προς τον ήχο και ως προς το συνδυασμό μουσικών μοτίβων. Χωρίς τον Άκη έλειψε ένα σημαντικό συστατικό αυτής της χημείας. Μετά, όπως καταλαβαίνεις, ήταν πολύ δύσκολο να βρούμε νέους συνεργάτες, συγκεκριμένα μπασίστα και ντράμερ. Να επισημάνω στο σημείο αυτό ότι το θέμα «ντράμερ» ήταν ένα πρόβλημα διαχρονικό στην πορεία της μπάντας: από τότε που εγώ ανέλαβα το ρόλο του frontman και μέχρι τη διάλυσή μας, πέρασαν από τη Γενιά επτά ή οκτώ ντράμερ, που σημαίνει αντίστοιχες, ψυχοφθόρες προσπάθειες για ένα κάθε φορά νέο ξεκίνημα. Το ʽ86 λοιπόν, υπήρχε ήδη γύρω μας μια φήμη που αποδείχθηκε δίκοπο μαχαίρι: πολλοί ήθελαν να παίξουν μαζί μας, οι περισσότεροι, ωστόσο, για το prestige τού να παίζεις με τη Γενιά και όχι με σκοπό να ενταχθούν ουσιαστικά στο γκρουπ και να συνεισφέρουν στην εξέλιξή του. Αυτή ήταν μια προβληματική κατάσταση, την οποία ο Κώστας και εγώ βιώσαμε πολύ έντονα κατά τη διάρκεια των δύο χρόνων προετοιμασίας του Ρέκβιεμ. Βρισκόμαστε, λοιπόν, στις αρχές του ʽ89, έτοιμοι να μπούμε στο στούντιο για την ηχογράφηση του άλμπουμ, και συνειδητοποιούμε ότι τα συσσωρευμένα προβλήματα έχουν φτάσει στην κορύφωσή τους και ότι οδηγούμαστε σε αδιέξοδο. Ηχογραφούμε το Ρέκβιεμ και δίνουμε τέσσερεις συναυλίες έχοντας προαποφασίσει τη διάλυση της Γενιάς.
-Φαντάζομαι ότι η διάλυση θα έπεσε σαν μικρή βόμβα. Εκείνη την περίοδο δε σας σταμάτησε τίποτα, ας πούμε κάποιο μικρό κοινό που περίμενε από εσάς συνέχεια;
Δεν ξέρω τι αίσθηση έκανε στους άλλους η διάλυσή μας, για τη ζωή μας, ωστόσο, ήταν μια απόφαση πάρα πολύ καθοριστική. Είναι όμως κάποια πράγματα που απλά πρέπει να τα κάνεις. Δηλαδή αυτό νοιώθεις, ότι «δεν έχω άλλη εναλλακτική, δε θα κάτσω να κοροϊδεύω τον εαυτό μου, ό,τι έκανα, έκανα». Είναι περίεργο, γιατί μετά από χρόνια μπορείς να το δεις από μια οπτική που τότε, όταν βίωνες πραγματικά στο συγκεκριμένο χρόνο τους τα γεγονότα, δεν μπορούσες να την έχεις. Τώρα το κοιτάω πολύ διαφορετικά, τότε ένοιωθα πολύ εγκλωβισμένος μέσα σε όλο αυτό και δε μου άρεσε η αίσθηση. Ένα πράγμα, πάντως, που μπορώ να σου πω είναι ότι ο μουσικός τύπος της εποχής, που ενημέρωνε και, ως ένα βαθμό, καθοδηγούσε το κοινό, δεν αντιμετώπιζε αντικειμενικά τις μπάντες που υποτίθεται ότι θεμελίωσαν την ανεξάρτητη σκηνή στην Ελλάδα, κάτι που πάντα με θύμωνε. Σκέψου ότι, όταν ηχογραφούσαμε τότε, πηγαίναμε στο στούντιο και κανείς δεν καταλάβαινε τον ήχο που θέλαμε να βγάλουμε. Τους λέγαμε «παραμορφώστε κι άλλο την κιθάρα» και μας κοίταζαν σαν εξωγήινους, μας ζητούσαν να τους πάμε βινύλια, singles του εξωτερικού που είχαμε τότε, για να ακούσουν τι είναι αυτό το πανκ πράγμα. Όταν πλέον κυκλοφορούσε ο δίσκος -μιλάμε για μια εποχή στην Ελλάδα όπου όλα τότε ξεκινούσαν, κανείς, ούτε και εμείς οι ίδιοι, δεν ήξερε τίποτα- μας συνέκριναν με τα γκρουπς του εξωτερικού. Αυτό για μένα ήταν εντελώς παράλογο, γιατί όχι μόνο δεν είχαμε τη βαριά βιομηχανία δεκαετιών πίσω μας όπως οι Άγγλοι ή οι Αμερικάνοι, αλλά ούτε καν δικά μας όργανα, ώστε να έχουμε τον δικό μας ήχο. Κάναμε πρόβες όπου βρίσκαμε, από καταλήψεις μέχρι μισοεγκαταλειμμένα σπίτια, όπου πληρώναμε ένα στοιχειώδες νοίκι και βάζαμε δέκα όργανα, δέκα γκρουπς μαζί για να μπορούμε να προβάρουμε. Στις περισσότερες συναυλίες, οι ηχολήπτες ήξεραν μόνο από μπουζούκια και κλαρίνα και δεν μπορούσαν να χειριστούν περίεργους ήχους, άκουγαν τις παραμορφωμένες κιθάρες ως λάθη που έπρεπε να διορθωθούν και τις έθαβαν. Ήταν επομένως απαράδεκτο, μέσα σε αυτές τις πρωτόγονες συνθήκες, το στουντιακό αποτέλεσμα μιας ελληνικής μπάντας να τολμούν να το συγκρίνουν με ακούσματα του εξωτερικού. Κι όμως το έκαναν, και μιλάμε για άτομα που τώρα υποτίθεται ότι λύνουν και δένουν σʼ αυτούς τους χώρους. Τώρα θεωρούνται τα μεγάλα κεφάλια με την τρομερή πείρα, ενώ τότε μας έστηναν στον τοίχο και κανένας τους δε μας ρώτησε ποτέ: «ρε παιδιά πώς παίζετε εσείς; τί ξέρετε; από πού;» Κανένας τους σχεδόν δε μας συμπαραστάθηκε σε αυτό, στην μεγάλη μας αγάπη για τη μουσική και την έκφραση. Όλοι κοιτούσαν το τελικό αισθητικό αποτέλεσμα, κρίνοντας με την αυστηρότητα της αυθεντίας αν τους αρέσει ή όχι. Αν είστε πανκ πρέπει να συγκριθείτε με τους Dead Kennedys, για παράδειγμα. Είναι δυνατόν; Δεν είναι. Όχι πως περιμέναμε να υποκλιθούν όλοι στις προσπάθειές μας και να μας δώσουν τίτλους που δεν μας άξιζαν. Αλλά όχι κι έτσι, ήταν μεγάλη αδικία αλλά και κλασική ελληνική ηλιθιότητα όλο αυτό.
-«Εκθέταμε τους εαυτούς μας με σκοπό να λυτρωθούμε από όσα νοιώθαμε και καταλαβαίναμε, θέλαμε να τα μοιραστούμε… Δώσαμε τις σκέψεις και τη μουσική μας και σε άλλους ανθρώπους και το μοναδικό μας κίνητρο ήταν η ανάγκη για επικοινωνία», είπες στο Χωρίς Κανόνα. Πιστεύετε ότι επικοινωνήσατε ουσιαστικά και όπως θέλατε το ζεν της Γενιάς του Χάους ή τελικά η στάθμη παρέμεινε στο σημείο της εκτόνωσης, χοροπηδητών, στις δυνατές και γρήγορες κιθάρες και στα βαρύγδουπα τύμπανα;
Νομίζω ότι δεν μπορώ να απαντήσω απόλυτα. Πιστεύω και ναι και όχι. Σε κάποιους σίγουρα έφτασε μια αύρα απʼ το μήνυμά μας. Κάποιοι μπορεί να αφομοίωσαν και το ίδιο το μήνυμα και αυτό να τους πήγε κάπου. Κάποιοι άλλοι δεν κατάλαβαν τίποτα, αυτό είναι γεγονός. Ποτέ μου δεν πίστευα ότι το πανκ κοινό είναι αυτό στο οποίο εγώ απευθύνομαι αποκλειστικά. Δε με ενδιέφερε ποτέ να κατηγοριοποιώ τους ανθρώπους, «α, εγώ μιλάω γιʼ αυτούς, γιατί αυτοί είναι τα σωστά άτομα». Έχουμε δει τέτοια καφρίλα και ανεγκεφαλιά μέσα στο πανκ κίνημα, που και πολύ αντέξαμε νομίζω μέσα σʼ αυτούς τους χώρους. Από την άλλη, εκείνη η περίοδος είναι λίγο «ηρωική» για κάποιους, δηλαδή «παίζατε τότε, ανοίξατε τους δρόμους, ok, respect». Δεν είναι τόσο απλό, δεν μπορώ να το δω έτσι, «αφού έπαιζες τότε, ok». Δεν είναι ok. Πολλοί έπαιζαν, πολλοί έκαναν κάτι τότε, και τί μʼ αυτό; Ποιο είναι το αχνάρι που έχεις αφήσει πάνω στο χρόνο, πώς τοποθετείσαι απέναντί του; Κοιτάω ακόμα και αρνητικά σχόλια που έχουμε εισπράξει κατά καιρούς, ότι ενώ ο πρώτος δίσκος για παράδειγμα είναι κορυφαίος, ο δεύτερος είναι πολύ κατώτερός του. Ο καθένας τελικά επικοινωνεί μαζί σου ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες που διαθέτει. Υπήρξε ένα κοινό που επικοινώνησε μαζί μας μόνο όταν εμείς θεωρούμασταν αμιγώς πανκ. Απʼ τη στιγμή που προχωρήσαμε και θέσαμε άλλα ερωτήματα και άλλου είδους προβληματισμούς, χάσαμε ένα μέρος αυτού του κοινού, αλλά κερδίσαμε ένα άλλο κοινό που δε μας παρακολουθούσε μέχρι τότε. Είναι πολυεπίπεδο, δεν μπορεί να απαντηθεί απλά με ναι ή όχι. Ίσως το πιο ουσιαστικό είναι ότι τελικά, είκοσι χρόνια μετά τη διάλυσή της, η Γενιά σημαίνει ακόμα πολλά για κάποιους.
-Πολλοί έτυχε να παίξουν τότε, όπως είπες λίγο πριν. Η Γενιά παρʼ όλα αυτά δημιούργησε ένα ξεχωριστό ρεύμα, το οποίο ακόμα και σήμερα μιλάει γιʼ αυτήν ως το καλύτερο ελληνικό, punk συγκρότημα ever. Δηλαδή ακόμα και σήμερα το στίγμα της ελληνικής punk, αν θέλεις, είναι η Γενιά του Χάους. Σίγουρα ο κόσμος θα μίλησε και για άλλα συγκροτήματα της ίδιας εποχής, αλλά τη θέση του «αρχηγού» καταλαμβάνει η Γενιά. Αυτό οφείλεται μόνο στη στιχουργική αμεσότητα ή κρύβει κάτι πιο βαθύ;
Δεν μπορώ να μιλήσω από την πλευρά του κοινού. Αυτό που μπορώ να πω έχοντας γράψει τους στίχους -αν αυτό ισχύει όπως το λες- είναι ότι για μένα η ουσιαστική αιτία είναι το ότι απευθύνονται στον άνθρωπο. Δηλαδή έχουν ως στόχο, ως αποδέκτη τον άνθρωπο, ανεξαρτήτως οποιασδήποτε ταυτότητας θέλει ο ίδιος να δίνει στον εαυτό του, ανεξαρτήτως οποιουδήποτε ρόλου παίζει πάνω στη γη. Πιστεύω ότι αυτό είναι κατά κύριο λόγο, καθώς οι αξίες που τέθηκαν είναι πανανθρώπινες, δεν αφορούν μόνο την underground κοινότητα, αφορούν τον κάθε άνθρωπο, αυτό πιστεύω είναι το στιχουργικό μήνυμα της Γενιάς. Όσο για τη σύνθεση, ο Χατζόπουλος και ο Αμπράζης κάθε άλλο παρά τυχαίοι μουσικοί είναι. Τα κομμάτια της Γενιάς δεν στήθηκαν στο πόδι, είναι αποτέλεσμα μιας εξαντλητικής επεξεργασίας της μουσικής τους έμπνευσης. Μιλάμε για μια περίοδο, από το ʽ84 ως το ʽ86, δημιουργικού πυρετού, όπου εγώ τους παραδίδω συνέχεια στίχους, το μέτρο των οποίων υποδεικνύει και τον ρυθμό των τυμπάνων. Εκείνοι συνθέτουν πάνω σε αυτούς, εγώ ολοκληρώνω στα ντραμς τη ρυθμική δομή και τέλος όλοι μαζί ξεκινάμε πρόβες. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, σύντομα η μουσική μας ταυτότητα ως γκρουπ απομακρύνθηκε από τα κλισέ του πανκ. Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που μας οδήγησε να συγκρουστούμε λίγο με το underground κάποια εποχή. Από τη στιγμή που μόνο η βία κι ένα ξέσπασμα απέναντι σʼ έναν ορατό ή αόρατο εχθρό απασχολούσε αυτούς τους ανθρώπους, εμάς αυτό δε μας αφορούσε πια. Ακόμα δεν μπορώ να καταλάβω αυτούς που χωρίς εχθρό δεν έχει νόημα η ζωή τους. Εντάξει, αποδέχομαι τη βία ως έσχατη λύση, όταν πρέπει να διεκδικήσεις ζωτικά δικαιώματά σου, όχι όμως ως αυτοσκοπό. Αν σε έναν τόσο βίαιο κόσμο, προσθέτεις μόνο βία ως αντίλογο, τί θʼ αλλάξει; Οπότε, νομίζω ότι αν μπορώ να απαντήσω σʼ αυτό το ερώτημα, από τη δική μου πλευρά πάντα, είναι ότι δεν μίλησα για καμιά συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, δεν είχα ποτέ στο μυαλό μου αυτούς και στους άλλους είχα κλείσει την πόρτα. Μιλάω για όλο τον κόσμο, μιλάω για τον άνθρωπο και σʼ αυτόν απευθύνω το μήνυμά μου. Δε μʼ ενδιαφέρει ποιος είναι, μʼ ενδιαφέρει αν μπορεί να επικοινωνήσει με τον βαθύτερο εαυτό του και να βρει κάποια κοινά σημεία που αργά ή γρήγορα θα τα συναντήσει με το χρόνο, μέσα στις -σκληρές κατά κύριο λόγο- εμπειρίες της ζωής του. Είναι ένα δύσβατο μονοπάτι. Επειδή το βαδίζω ο ίδιος κι έχω αντιμετωπίσει πάρα πολλά σε σχέση με τον εαυτό μου και το περιβάλλον μου, είναι ένα άνοιγμα που προσπαθώ να το προβάλλω, βάζοντας τον άλλο σε μια συγκεκριμένη τροχιά αντίληψης των πραγμάτων, γιατί θεωρώ ότι όλοι τελικά έχουμε τα ίδια υπαρξιακά ερωτήματα. Εάν δεν τα έχουμε σήμερα, θα προκύψουν αργότερα, γιατί τα δημιουργεί η ζωή. Ψάχνουμε τις ίδιες απαντήσεις, γιατί ξέρουμε ότι έρχεται ένα τέλος κάποια δεδομένη στιγμή. Κι όσο κι αν θέλουμε να ξεχνιόμαστε εδώ με τα επίγεια, τα διάφορα που μας απασχολούν μέσω των πέντε αισθήσεών μας, κάποια στιγμή ερχόμαστε αντιμέτωποι με άλλα ερωτήματα πολύ πιο βαθιά κι εκεί ακριβώς είναι για μένα το σημείο-κλειδί όπου ο κάθε άνθρωπος κρίνεται πολύ ουσιαστικά ως προς το ποιος είναι. Μπορεί σήμερα να είσαι νέος και να είσαι τρα-λα-λα, μπορεί λίγο αργότερα να λες δεν προλαβαίνω γιατί έχω κάνει παιδιά και τρέχω για τη δουλειά και το μεροκάματο, αλλά αργά ή γρήγορα θα έρθει κάτι που θα σου χτυπήσει τη πόρτα και θα πρέπει νʼ απαντήσεις σε μια πρόκληση που σε αφορά, όπως αφορά και ολόκληρη την ανθρωπότητα.
-Για εσάς ποιά ήταν αυτή η πρόκληση, που σας οδήγησε σε μια στροφή ως προς το στίχο, αλλά και τη μουσική, δηλαδή από punk γίνατε πιο πειραματικοί;
Η πρόκληση για μας ήταν το γνώθι σαυτόν. Δηλαδή το πώς μπορείς να ανακαλύψεις τον εαυτό σου μέσα από τις εμπειρίες που ο ίδιος επιλέγεις. Υπάρχουν πολλοί άλλοι τρόποι να μεγαλώνεις απʼ το να ζεις στα Εξάρχεια και να πετροβολιέσαι με τους μπάτσους, ας πούμε. Ή να κινδυνεύεις απʼ τα πρεζάκια το βράδυ. Υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι να βιώσεις την εφηβεία σου. Οπότε, γιατί είσαι εδώ; Θα μπορούσες να είσαι κάπου αλλού. Ένα πολύ ουσιαστικό ερώτημα που πρέπει να το θέσεις στον εαυτό σου: εγώ τί κάνω εδώ τώρα, γιατί είμαι εδώ, γιατί έχω κάνει αυτές τις επιλογές και όχι εκείνες; Γιατί βιώνω έτσι τη ζωή μου, γιατί βλέπω έτσι τον κόσμο κι όχι αλλιώς; Υπάρχουν δεκάδες οπτικές. Όλοι οι άνθρωποι έχουν από μια εντελώς μοναδική (οπτική), συγκλίνει με των άλλων σε κάποια σημεία, σε κάποια άλλα αυτές δε συναντιούνται πουθενά. Προσωπικά, έχω υπαρξιακές αναζητήσεις από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, οπότε δε θα μπορούσα να μην τις έχω επειδή έκανα πανκ κάποια στιγμή και μετά έκανα κάτι άλλο, ό,τι κι αν είναι αυτό. Αυτός ήταν ο κεντρικός άξονας της ζωής μου, αυτή είναι η βασική δομή του χαρακτήρα μου. Αναζητώ απαντήσεις, δεν μου αρέσουν τα εύπεπτα κλισέ του τύπου «η ζωή είναι μικρή, letʼs have fun». Δεν αποδέχομαι τίποτα, όσο απλό κι αν δείχνει, που δεν μπορώ να το τεκμηριώσω μέσω της εμπειρίας για να διαπιστώσω ότι όντως είναι αληθινό. Έτσι χρησιμοποιώ τα μέσα που μου παρέχει το περιβάλλον μου, η ζωή μου, το μυαλό και οι δυνατότητές μου για να απαντήσω αυτά τα ερωτήματα. Και στην ουσία αυτά τα ίδια ερωτήματα που έθετα και θέτω στον εαυτό μου έθεσα και στους άλλους μέσω της στιχουργικής μου δουλειάς τότε. Η πιο ουσιαστική πρόκληση της ζωής είναι να μάθεις ποιος είσαι και να μην έχεις αυταπάτες, να μην προσπαθείς να βλέπεις τον εαυτό σου μέσα απʼ τα μάτια των άλλων. Να μπορείς να σταθείς σʼ έναν καθρέφτη και να ξέρεις ποιος είναι αυτός που βλέπεις, όχι αυτός που σε έμαθαν να είσαι, όχι αυτός που ζητάνε κάποιοι άλλοι να είσαι για να σε θεωρούν καλό ατομάκι, να σʼ αγαπάνε. Να είσαι εσύ, αυθεντικός και να πληρώνεις το τίμημα τού να είσαι εσύ. Αν αυτό σημαίνει, για παράδειγμα, να μην έχεις φίλους επειδή είσαι μοναχικός κατά βάθος, τότε να μην έχεις, να μην υποκρίνεσαι. Αν αυτό σημαίνει ότι έχεις απόψεις πολύ περίεργες για τον κόσμο, να τις αποδέχεσαι και να τις καλλιεργείς, να μην τις καταπιέζεις για να γίνεις αποδεκτός, γιατί έτσι δεν προοδεύεις, δεν ανακαλύπτεις τον εαυτό σου, τον υποβιβάζεις προσπαθώντας να φορέσεις ένα προσωπείο για να υπάρξεις κοινωνικά, κάτι που αργά ή γρήγορα θα σε κατακεραυνώσει, ο εαυτός σου δεν πρόκειται να στη χαρίσει. Αυτό δυστυχώς κάνει πάρα πολύς κόσμος. Οι άνθρωποι καταπιέζουν πολύ τον εαυτό τους. Αυτή ήταν πάντα η πρόκληση για μένα, το γνώθι σαυτόν, πράγμα που δεν τελειώνει. Δεν πιστεύω ότι φτάνεις ποτέ να πεις, ok τα ξέρω όλα. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, το μονοπάτι της γνώσης είναι ατελείωτο, είναι αιώνιο. Έχεις πάντα κάτι άλλο να μάθεις, υπάρχει πάντα σε μια γωνία ο εαυτός σου που θα σε εκπλήξει με κάτι που δεν είχες ούτε μια ένδειξη ότι μπορεί να παίζει μέσα σου. Κι εσύ εκεί πρέπει μονίμως να είσαι σε εγρήγορση και να αναθεωρείς, να μην κοιμάσαι, να μη θεωρείς ότι τα έχεις δει και τα έχεις καταλάβει όλα και να μπορείς πάντα να παραδεχτείς ότι υπάρχει και κάτι άλλο, ας το δούμε κι αυτό, να δούμε τι έχει να μας πει, τι έχει να μας αποκαλύψει. Ο εαυτός μας πιστεύω ότι είναι μια μικρογραφία του σύμπαντος.
-Έχετε συνειδητοποιήσει το μέγεθος της μουσικής εντροπίας που παραδώσατε σʼ ένα κοινωνικό σύστημα, που μπορεί να θεωρηθεί απομονωμένο, με την έννοια του ότι δεν ανήκε ή ανήκει κατά βάση στα mainstream μουσικά ρεύματα της Ελλάδας;
Όχι. Αλλά δεν ξέρω ούτε αν αυτό που με ρωτάς θα μπορούσε να απαντηθεί από ένα σύνολο ανθρώπων με μια συγκεκριμένη πρόταση, ότι ας πούμε η Γενιά του Χάους παρέδωσε «αυτό». Δεν νομίζω ότι θα μπορούσε να βρει κανείς έναν κοινό άξονα απαντήσεων. Έχω ακούσει απίστευτα πράγματα, εκ διαμέτρου αντίθετα, οπότε δεν μπορώ να απαντήσω γιατί δεν ξέρω τι πρέπει να πάρω στα σοβαρά. Ξέρεις, ο καθένας τελικά φιλτράρει τον κόσμο μέσα από τα πολύ προσωπικά του κριτήρια. Πολλοί θεωρούν αριστούργημα το Στίγμα, για να σου δώσω ένα παράδειγμα, και κάποια άλλα κομμάτια δεν τα θεωρούν ισάξιά του. Μπορεί να μην τα θεωρούν για πέταμα, αλλά επιλέγουν πάντα κάτι το οποίο τους έχει μιλήσει μια δεδομένη χρονική στιγμή, κάτι που δημιουργεί κάποιες εντυπώσεις στον κάθε άνθρωπο που δεν ξέρω κατά πόσο είναι αναθεωρήσιμες απʼ τον ίδιο. Όλοι κρατάμε κάποιες πολύ ιδιαίτερες μνήμες, κάτι μας άγγιξε και το τοποθετήσαμε εκεί και δεν μας το κουνάει κανένας, τελεία. Δεν ξέρω, δεν είμαι έτσι σαν άνθρωπος, έχω αφήσει ακούσματά μου μιας εποχής που τα θεωρούσα μαγικά και έχω προχωρήσει σε άλλα που τα θεωρώ εξίσου μαγικά γιʼ αυτή την εποχή, όπου αντιλαμβάνομαι εντελώς διαφορετικά τη μουσική και το τι είναι ωραίο. Δύσκολο να σου απαντήσω πραγματικά. Δηλαδή το Στίγμα, ας πούμε, που σου ανέφερα είναι ιδιαίτερο κομμάτι. Ακόμα δεν έχω συνειδητοποιήσει την κατάσταση που βρισκόμουν όταν το έγραψα. Πολλοί μʼ έχουν ρωτήσει «τί θες να πεις, πραγματικά όμως τί θες να πεις;» Δεν έχω απάντηση, δεν ξέρω. Είναι trance. Βρέθηκα σε μια ψυχική, διανοητική και συναισθηματική κατάσταση που δεν είχα ξαναβρεθεί. Και μπόρεσα να γράψω -γιατί δεν μπορούσα πάντα να γράφω όταν βίωνα ανάλογες, περίεργες καταστάσεις με τον εαυτό μου. Βγήκε αυτό. Δεν ξέρω, θέλω να πω χίλια πράγματα μαζί, ο στίχος είναι συμπαγής, αλλά αν μου ζητήσεις να στο αναλύσω, δεν μπορώ να το κάνω. Είναι σαν ένα ποίημα που δόθηκε, ειπώθηκε, δεν έχει καμία σημασία τελικά τι πραγματικά εννοούσα. Θέλω να πω αυτό που καταλαβαίνει ο καθένας. Τι θεωρεί ο καθένας συγκλονιστικό, μαγικό, όμορφο ή τα αντίθετα αυτών, είναι προσωπικό του θέμα. Για μένα υπάρχει μεγάλη σχετικότητα, οπότε δεν προσπαθώ να τα προσεγγίσω. Δεν είχα σκοπό νʼ αφήσω κάτι «καταπληκτικό» πίσω μου, έβγαλα ό,τι είχα, έδωσα αυτό που είχα, το οποίο το κέρδισα δίνοντας πολύ σκληρές μάχες και με τον εαυτό μου και με το περιβάλλον μου. Αυτό είναι όλο, δεν υπάρχει τίποτα το ηρωικό ή το καταπληκτικό σʼ αυτό, είναι απλά μια αμφίδρομη σχέση του ανθρώπου με το περιβάλλον του. Παίρνεις-δίνεις, δίνεις-παίρνεις, δεν μπορείς να το κάνεις μονόπλευρα, δεν μπορείς μόνο να δίνεις, είναι αδύνατον, θα αδειάσεις, θα διαλυθείς, δεν μπορείς μόνο να παίρνεις, θα ισοπεδωθείς από το φορτίο. Είναι νόμοι συμπαντικοί αυτοί που τους πιστεύω και τους υπακούω.
-«Ως πότε θʼ ανεχόμαστε στην μάπα να μας φτύνουν/ και θα τους αφήνουμε το μέλλον να μας σβήνουν…Δεν είνʼ δημοκρατία/ δεν είνʼ ελευθερία/ είναι μόνο μία μπασταρδοκρατία». Αποτελεί το Νο. 6 του track list στο cd της συλλογής Διατάραξη Κοινής Ησυχίας. Ακόμα και τώρα όταν ακούγεται αυτό το τραγούδι δημιουργείται πανικός. Γιατί αποκηρύξατε την Μπασταρδοκρατία και σταματήσατε να την παίζετε στις συναυλίες σας;
Αυτό το κομμάτι είναι το απαύγασμα μιας πολύ ουσιαστικής μας πολιτικής τοποθέτησης εκείνης της περιόδου, της ωμής αν θέλεις περιόδου της Γενιάς, πριν ο στίχος αρχίσει να γίνεται πιο εσωστρεφής και να θέτει άλλα ερωτήματα. Έχει ιδιαίτερη δύναμη, αυτό είναι γεγονός. Να σου κάνω και μια αποκάλυψη, κάτι που δεν έχω ξαναπεί ποτέ. Ο τίτλος αυτού του κομματιού ήταν γραμμένος σʼ έναν τοίχο, δεν τον σκέφτηκα εγώ. Είναι ένα graffiti στην ουσία, ένα σύνθημα γραμμένο με πάρα πολύ αχνά γράμματα στη Βασιλίσσης Σοφίας, πολύ κοντά στο κτίριο της Βουλής. Το είχα δει ένα πρωινό μετά από ένα ξενύχτι. Είχα πάρει το νυχτερινό λεωφορείο και επέστρεφα σπίτι μου, μέχρι να φτάσω είχα γράψει όλο το κομμάτι στο μυαλό μου. Η πορεία του είναι ιδιαίτερη, γιατί πραγματικά αγκαλιάστηκε με θέρμη και μπήκε σε πολλές πανκ συλλογές μικρών ανεξάρτητων εταιρειών εκτός Ελλάδας. Τότε υπήρχε επικοινωνία μέσω ταχυδρομείου, γνώριζε, για παράδειγμα, κάποιος ότι υπάρχει μια κατάληψη στην Ιταλία, στην Ιταλία γνώριζαν μια κατάληψη στην Πολωνία κ.ο.κ. Μέσω αυτού του πλέγματος γνωριμιών, αυτό το κομμάτι μπήκε σε πανκ συλλογές στο Μεξικό, στην Πολωνία, στην Αγγλία, στην Αμερική, στην Ιαπωνία και αλλού, που δεν θυμάμαι. Έφτασε όμως η χρονική στιγμή για μας που κάναμε στροφή, η μουσική μας αναζήτηση μάς οδήγησε αλλού. Αυτό όλο άρχισε να μη μας ταιριάζει, δηλαδή το μονοδιάστατο πανκ attitude δεν μας εξέφραζε πια. Η μουσική μας άρχισε να αλλάζει, εγώ άρχισα να γράφω διαφορετικούς στίχους. Δηλαδή, στον πρώτο δίσκο, κομμάτια όπως τα Μαύρο, το Χρώμα της Στέρησης και Στίγμα είναι ενδεικτικά αυτής της στροφής. Παράλληλα, είχαμε να αντιμετωπίσουμε τον κόσμο που ήθελε να ακούσει την Μπασταρδοκρατία για να χορέψει, δεν τον ενδιέφερε τίποτα άλλο, ήθελε να ακούσει αυτό το πολεμικό σύνθημα. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι το ρεφραίν αυτού του κομματιού τραγουδιόταν και στις πορείες εκείνης της εποχής, απʼ το, ας το πούμε, πανκ μπλοκ. Είχε μεγάλη ένταση και εξακολουθεί να έχει για πολλούς. Η αλήθεια είναι ότι δεν αποκηρύξαμε εμείς την Μπασταρδοκρατία, αλλά ο ίδιος ο κόσμος την έκανε «σουξέ» με την εμμονή του. Δηλαδή, αν βγαίναμε σʼ ένα live και παίζαμε μόνο αυτό, θα ήταν όλοι ευχαριστημένοι, αλλά δε θα ήμασταν εμείς. Κάναμε και την κίνηση να το διασκευάσουμε disco-funk σε μια συναυλία στη Θεσσαλονίκη, κάτι που απʼ τη μια ήταν πολύ διασκεδαστικό για εμάς, αλλά ταυτόχρονα έστειλε και ένα μήνυμα που ελάχιστοι αντιλήφθηκαν. Στην ουσία τούς είπαμε ότι τίποτα δεν είναι αυτοσκοπός, ειδικά οι επαναστάσεις σε έναν δυτικό αστυνομοκρατούμενο κόσμο, ο οποίος παρά τον φιλελευθερισμό του και την ανοχή του στο διαφορετικό, παραμένει πουριτανικός και συντηρητικός. Υπάρχει εσωτερική επανάσταση, υπάρχει ο απόλυτα προσωπικός δρόμος που μπορεί να σε οδηγήσει μακριά και να σου ανοίξει φωτεινά μονοπάτια που θα σε βοηθήσουν ως οντότητα να νοιώσεις ότι πραγματικά προχώρησες κάπου και δεν σπαταλήθηκες σε δονκιχωτισμούς. Τότε πήραμε την απόφαση να κάνουμε ένα βήμα μπροστά, εγώ παίρνω πάνω μου τα φωνητικά, ξεκινάει η οδύσσεια της αναζήτησης ντράμερ και η Γενιά προχωράει σʼ έναν άλλο στιχουργικό προβληματισμό, σε μια άλλη μουσική αναζήτηση. Ουσιαστικά, δε νομίζω ότι αποκηρύξαμε ποτέ τη Μπασταρδοκρατία, απλά προχωρήσαμε. Άλλο αν ο κόσμος ήθελε να είμαστε αυτό, να μας κάνει σημαία, εμείς δε θέλαμε να γίνουμε σημαία κανενός χώρου, καμιάς ομάδας. Την ατομικότητά μας δε θα τη θυσιάζαμε. Δεν κατηγορώ κανέναν γιʼ αυτό, αλλά είναι μια μεγάλη αλήθεια. Πάντα κάποιοι ήθελαν να μας κλείσουν μέσα στο ιδεολογικό τους γκέτο, όπου θα μας υποχρέωναν να υπάρχουμε κάτω από όρους και κανόνες. Διαφωνούσαμε με την στρατευμένη τέχνη γιατί είναι ανελεύθερη και κλισαρισμένη, δε βλέπαμε θετικά καμιά προσπάθεια κανενός να μας εντάξει με το «έτσι θέλω» κάπου.
-Έχει περάσει μια εικοσαετία από τότε που ένα μέρος της γενιάς του ʽ80 κατέλαβε το Χημείο, ξεσηκώθηκε με τη Γενιά του Χάους και τραγούδησε το Ρέκβιεμ. Πώς βιώσατε εσείς αυτήν την εικοσαετία χωρίς τη Γενιά του Χάους;
Αυτό το ερώτημα έχει επίσης διττή απάντηση. Η Γενιά και έπαψε και δεν έπαψε να υπάρχει. Τι εννοώ μʼ αυτό: όταν κάτι έχει δημιουργηθεί από μέσα σου, αντλώντας από τη δική σου ενέργεια για να υπάρξει και να αποκτήσει υπόσταση, αποτελεί και θα αποτελεί ένα κομμάτι του εαυτού σου. Όλοι όσοι συμμετείχαν στη Γενιά κατά καιρούς έχουν βάλει ένα μέρος της ενέργειάς τους σʼ αυτή την οντότητα, η οποία είναι τελικά ένα καλειδοσκοπικό ον που υφίσταται μέσα στο χρόνο και στο χώρο. Δεν έχει πάψει να υπάρχει, σε συντροφεύει χωρίς να είναι εκεί. Είναι κάτι σαν την ανάσα σου. Ανασαίνεις χωρίς να συνειδητοποιείς πόσες ανάσες το λεπτό, την ώρα, την ημέρα, την εβδομάδα. Δεν μπορώ να σου πω αν είναι αυτή η εικοσαετία έτσι ή αλλιώς, γιατί όπως είπα, απʼ τη δική μου οπτική, η αναζήτηση είναι ένα μονοπάτι που δεν έχει τέλος. Οπότε η Γενιά είναι μέρος των αποσκευών που κουβαλάω προχωρώντας στο μονοπάτι που έχω διαλέξει. Σκέψου ότι πέρασαν χρόνια πριν νʼ ακούσω πάλι το cd. Και αυτό έγινε μετά από μια ασήμαντη αφορμή, κάτι μου θύμισε κάτι, κάποιος μου είπε κάτι, είχα ένα flashback, έναν συνειρμό. Δεν μπορώ να το πω νοσταλγία γιατί δε νοσταλγώ το παρελθόν, τουλάχιστον όχι το παρελθόν που έχω βιώσει πολύ έντονα και συνειδητά. Οπότε για μένα η Γενιά ήταν πάντα εκεί, μαζί μου. Κι επειδή είμαι άνθρωπος που δε συνηθίζω να λέω ποιος είμαι, δεν παρουσιάζω τα επιτεύγματά μου στους άλλους, είναι ακόμα πιο ουσιαστικά μαζί μου, γιατί δεν την προβάλλω, δε μʼ ενδιαφέρει να ξέρει ο άλλος ότι εγώ είμαι αυτός που έκανε τότε εκείνο. Την έχω ελευθερώσει από μένα, της έχω επιτρέψει να είναι ό,τι θέλει, και γιʼ αυτό σου είπα ότι δεν μπορώ να πω τι ισχύει πραγματικά απʼ αυτά που λέγονται για τη Γενιά. Από τη μια γιατί δε μʼ ενδιαφέρει να ασχολούμαι, από την άλλη γιατί στην ουσία πολλές φορές νοιώθω να μιλάνε για κάτι που δεν είναι δικό μου. Δε μιλάνε για μένα, μιλάνε για κάποιο μέρος του εαυτού μου που έχει εξελιχθεί σε κάτι άλλο, σε ένα πολυδιάστατο σώμα. Αυτή η οντότητα είναι παντού και πουθενά. Είναι μέσα σε ανθρώπους που δεν περίμενες ποτέ να έχουν τέτοια ακούσματα και τέτοιες επιρροές, όπως δεν περίμενες να τους δημιουργεί αυτά που τους δημιουργεί εσωτερικά, για παράδειγμα το πώς λειτουργούν συνειρμικά οι στίχοι της Γενιάς σε σχέση με τη ζωή τους, τι τους φέρνουν στο μυαλό συγκεκριμένα τετράστιχα. Προσωπικά, δεν ταυτίζομαι με τα πράγματα που κάνω, τα δημιουργώ και τʼ αφήνω να είναι. Αποτραβιέμαι. Δε θέλω να τα βιώνω συνέχεια, είναι κουραστικό και εγκλωβιστικό. Στην ουσία, πιστεύω ότι αυτό είναι το κλειδί όλων των πραγμάτων: «say what you mean - mean what you say», να ξέρεις πως ό,τι έκανες, το εννοούσες. Ήσουν αυτό. Κατέθεσες την ψυχή σου μέσα εκεί, είναι μέρος της ζωής σου που εξελίσσεται με γεωμετρική πρόοδο μέσα σε χώρο και σε χρόνο.
-Νοιώσατε ότι αντιπροσωπεύσατε τη γενιά του χάους ως έννοια και όχι μόνο ως συγκρότημα; Σαν το συγκρότημα να ήταν το όχημα που σας έβγαλε μπροστά και μιλήσατε ως μέρος μιας γενιάς του χάους, δεδομένων των συνθηκών;
Αν εγώ έδινα τον ορισμό «γενιά του χάους» σε μια ομάδα ανθρώπων, θα έλεγα ότι είναι όσοι ζουν μια σκληρή, μεταβατική περίοδο της ανθρωπότητας, όπου όλες οι αξίες πλέον καταρρέουν και ο πρωτοφανής εκφυλισμός τους οδηγεί στο κυρίαρχο αυτή τη στιγμή αξίωμα «όλοι εναντίον όλων». Μέσα, ωστόσο, σʼ αυτές τις συνθήκες κάποιοι ψάχνουν ακόμα για κάτι ιδανικό, αληθινό και ουσιαστικό για να αντλήσουν δύναμη, για να αντέξουν, να μην παρασυρθούν, αλλά ούτε να αποσυρθούν. Να συνεχίσουν να είναι μέρος αυτού του σκηνικού ως εξατομικευμένες οντότητες, όχι ως μέλη ενός κοπαδιού που τρέχει σε αλλόφρονα κατάσταση όπου ναʼ ναι, όπως ναʼ ναι. Έτσι θα περιέγραφα αυτούς τους ανθρώπους. Έτσι βίωσα και τη δική μου γενιά και νομίζω ότι δεν απέχει πολύ η γενιά που είναι τώρα σε εφηβική ή μετεφηβική ηλικία, θεωρώ ότι οι ομοιότητες είναι περισσότερες από τις διαφορές. Τώρα, αν τους εκπροσωπήσαμε πραγματικά δεν το ξέρω. Ήμασταν σίγουρα μέρος αυτής της γενιάς. Αν θα είμαστε κάτι και για την επόμενη ή τη μεθεπόμενη δεν έχει σημασία, γιατί σου είπα ότι αυτό τελικά δεν είναι δικό μας. Μπορεί να γίνει κτήμα του καθενός. Δε διεκδικώ κάτι, η Γενιά είναι εκεί, όποιος θέλει την οικειοποιείται, την κάνει σημαία του, την ενθρονίζει, την εκθρονίζει, την υμνεί, τη χλευάζει. Το θέμα είναι, όσοι αναγνωρίζουν το έργο της Γενιάς, πώς το χρησιμοποιούν. Και κατʼ επέκταση, πόσο εποικοδομητικά χρησιμοποιούν το χρόνο ζωής που τους δόθηκε: αφήνουν κάτι πίσω τους που βοηθάει έναν άλλο άνθρωπο να ανασάνει, να αντλήσει μια λάμψη φωτός ή διαιωνίζουν το σκοτάδι, τη θλίψη και το άδικο;
-Είπες πριν ότι πιο πολλές είναι οι ομοιότητες ανάμεσα στις γενιές, του τότε και του σήμερα. Μιλάμε για μια «νέο-γενιά του χάους»; Μιλάμε για το «ποινικό αδίκημα που λέγεται ζωή»;
Ναι και όχι μόνο. Μιλάμε γιʼ αυτό που οι λίγοι προσπαθούν να επιβάλλουν στους πολλούς. Μιλάμε για την υπερβολικά εγωπαθή στάση του ανθρώπου απέναντι σε όλα όσα υποτίθεται πως θεωρεί ιδανικά, για την νοσηρή υποκρισία του. Μιλάμε γιʼ αυτό που θα έπρεπε να γίνεται και όλοι το γνωρίζουμε αλλά κανείς δεν το κάνει, σε μια κοινωνία που εκχυδαΐζεται όλο και περισσότερο. Δεν έχει υπάρξει κάποια δραματική διαφοροποίηση σʼ αυτό, ίσα-ίσα που τα πράγματα ολοένα χειροτερεύουν. Δηλαδή επικρατούν η ίδια υποκρισία και ο ίδιος φασισμός, δεν έχει σημασία αν τώρα τον ονομάζουμε «ανάγκη για ασφάλεια» ή «κράτος δικαίου». Σημασία έχει ότι ελάχιστοι καταπιέζουν πάρα πολλούς και τους εξωθούν σʼ ένα σημείο χωρίς διαφυγές, χωρίς εναλλακτικές, χωρίς διεξόδους. Και όσο τους εξωθούν εκεί, τόσο τα πράγματα θα γίνονται πολύ σκληρά για όλους. Αυτό ίσχυε πάντα. Στο παρελθόν έχει επαναληφθεί δεκάδες φορές και έχει οδηγήσει -ανάλογα με την ιστορική περίοδο, τις κοινωνικοπολιτικές συνθήκες και τις εθνικές ιδιοσυγκρασίες- κάπου, αλλά η μοναδικότητα αυτής της εποχής είναι ότι αυτό πλέον έχει παγκοσμιοποιηθεί ως τάση και ως πολιτική. Μιλάμε πλέον για δισεκατομμύρια ανθρώπων, οι οποίοι ζουν μόνο και μόνο για να παράγουν πλούτο για πάρα πολύ λίγους, για μερικές χιλιάδες. Αυτό είναι εκρηκτικό μίγμα από μόνο του. Είναι μια παρά φύση δυσαναλογία που θα οδηγήσει, αργά ή γρήγορα, στην ανατροπή. Αν δεχτούμε έναν από τους βασικούς συμπαντικούς κανόνες σύμφωνα με τον οποίο η ζωή σού δίνει αυτό που της έχεις ήδη δώσει, όταν λοιπόν έρθει η ώρα της επιστροφής του λογαριασμού θα είναι πολύ δύσκολα για όλους.
-Τα ναρκωτικά, ο θάνατος, το μεταφυσικό, η πυρηνική απειλή, η κοινωνία και ο ρόλος του ανθρώπου μέσα σʼ αυτή είναι μερικές από τις έννοιες που προσεγγίσατε μέσα από τους στίχους σας. Τις έννοιες αυτές μπορούμε ακόμα και σήμερα να τις παρατηρήσουμε γύρω μας, στην κοινωνία του 21ου αιώνα, είναι ορατές, δεν είναι εγκεφαλικές. Παρʼ όλα αυτά, αν φτιάχνατε σήμερα τη Γενιά του Χάους θα της δίνατε την ίδια διάσταση; Δηλαδή νοιώθετε να έχουν αλλάξει τα ερεθίσματα και ο προσανατολισμός ή έχουν παραμείνει ως είχαν;
Σήμερα αντιλαμβάνομαι ότι η ανθρωπότητα έχει πάρει την απόφασή της, έχει χαράξει τον δρόμο της. Δεν υπάρχει πια κάτι να πεις και να κάνει αίσθηση. Οι άνθρωποι βιώνουν τόσο ακραίες καταστάσεις που δύσκολα πλέον σοκάρονται. Ό,τι και να συμβεί σήμερα θα ξεχαστεί σύντομα γιατί θα συμβεί κάτι εξίσου ακραίο μετά από μια ώρα, δύο μέρες, μια εβδομάδα. Ο βομβαρδισμός είναι τόσο συνεχής και ανελέητος που μέχρι νʼ αφομοιώσεις το πρώτο χτύπημα έρχεται το επόμενο. Αυτό οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε μια ελλιπή αντίληψη της πραγματικότητας. Οι άνθρωποι τελικά αφομοιώνουν μόνο αυτά στα οποία επιλεκτικά εστιάζουν. Ακόμα λιγότερο ενδιαφέρονται να εμβαθύνουν, δηλαδή να διασταυρώσουν και να επεξεργαστούν την πληροφορία. Με τον ίδιο τρόπο καταναλώνεται και η μουσική. Αυτή τη στιγμή στο διαδίκτυο βρίσκονται χιλιάδες terabytes μουσικής, που, ως προϊόντα κατανάλωσης πλέον, δε δημιουργούν καμία συγκεκριμένη αίσθηση. Γενικά η τέχνη έχει φτάσει σε οριακό σημείο κορεσμού. Μπορείς να ανοίξεις οποιοδήποτε site και να χορτάσει το μάτι και το αυτί σου ερεθίσματα -λόγου, ήχου, εικόνας- όσο αχόρταγα κι αν είναι. Το κριτήριο του τι είναι τελικά τέχνη έχει αμβλυνθεί. Βιώνουμε μια μεταβατική, πολύ ιδιαίτερη ιστορικά περίοδο. Αυτά που κάποτε είχαν αξία, δεν έχουν πια. Ιδέες που κάποτε μπορούσαν να πυροδοτήσουν ολόκληρα κινήματα στη διεκδίκηση μιας άλλης κοινωνίας, δεν ισχύουν πια. Και αυτό γιατί οι ίδιοι οι διεκδικητές παραμένουν εγκλωβισμένοι σε παρωχημένες και άκυρες μεθόδους διεκδίκησης. Και για να επανέλθω στη μουσική -το πεδίο δράσης που έχω επιλέξει- και να απαντήσω συγκεκριμένα στην ερώτησή σου, η Γενιά είναι παιδί της εποχής της. Σήμερα, ο δρόμος που για μένα διατηρεί ακόμα την αίσθηση του νέου, του γόνιμου, του αναπάντεχου είναι πιο εσωτερικός, αλλά και πιο δύσβατος. Από την εποχή της Γενιάς έχουν διευρυνθεί τόσο οι αντιλήψεις μου όσο και οι μουσικοί μου ορίζοντες. Τώρα δημιουργώ με διαφορετικά εκφραστικά μέσα και επικοινωνώ με διαφορετικό μουσικό και στιχουργικό λεξιλόγιο. Ο πυρήνας του μηνύματος παραμένει ο ίδιος, μόνο που τα υπαρξιακά ερωτήματα φτάνουν σε πολύ βαθύτερα επίπεδα, κάποιες φορές αγγίζουν μέχρι και την απάντησή τους.
-Στο Χωρίς Κανόνα είχες πει ότι με το μήνυμα των στίχων ασχολήθηκαν περισσότερο άτομα που δεν ανήκαν στο χώρο του πανκ. Τελικά η γεύση που σας έμεινε από τους τότε εναλλακτικούς χώρους ποια ήταν;
Κανένας χώρος, απʼ το πεζοδρόμιο μέχρι τα πανεπιστήμια, δεν μπορεί να διεκδικεί την πρωτοκαθεδρία ως εκκολαπτήριο σοφών και ελεύθερα σκεπτόμενων ανθρώπων. Ούτε η προσκόλληση στους κόλπους ενός χώρου δεν μπορεί να είναι αυτοσκοπός για να εκπληρώνεται η ανάγκη του καθενός να ανήκει κάπου. Η αλήθεια είναι ότι όλοι χρησιμοποιούμε τους χώρους για να πάρουμε μαθήματα και να αντλήσουμε εμπειρίες. Το σημαντικό είναι όμως να αντιλαμβανόμαστε πότε η διαδρομή μας σε αυτούς ολοκληρώνεται. Όταν η δυναμική των χώρων εξαντλείται, ακολουθούν επαναλήψεις, πολλές φορές επικίνδυνες. Οι άνθρωποι, ξέρεις, θέλουν συνήθως να παραμένουν στο οικείο, φοβούνται να υποβάλλουν τις ιδέες τους σε δοκιμασία, «αρνούνται να εξελιχθούν» όπως έχω γράψει στο Για τώρα και για πάντα. Και αυτά δεν στα λέει ένας «weekend warrior», αλλά κάποιος με μακρόχρονη, προσωπική εμπειρία. Η σχέση μας με τους εναλλακτικούς χώρους της εποχής δεν ήταν «πλατωνική», δώσαμε τις μάχες μας στους δρόμους διεκδικώντας έμπρακτα αυτά που διεκδικούσαμε με τα τραγούδια μας.
-Σαν σύνολο η Γενιά του Χάους σήμερα, κατά την αντίληψή της, ποιος πιστεύει ότι είναι ο «επιθανάτιος ρόγχος» αυτής της γενιάς;
Αυτό που ισχύει σήμερα είναι, όπως είπα, το «όλοι εναντίον όλων». Αυτό είναι το ισχυρότερο δηλητήριο που μπορεί να δεχτεί ο κατά βάση κοινωνικός άνθρωπος, τόσο σε διανοητικό όσο και σε συναισθηματικό επίπεδο. Η κοινωνία είναι πλέον κατακερματισμένη και επικρατεί ένας σκοτεινός νεοφασισμός, διάχυτος παντού. Σήμερα η έννοια «κράτος» στην ουσία δηλώνει μια συμμορία καιροσκόπων με σύνθημά τους την υλική αρπαγή και την εξαπάτηση του λαού -του οποίου η πολιτική συνείδηση προσδιορίζεται μέσα από το προσωπικό βόλεμα. Αυτή η γενιά ζει σε μια κοινωνία όπου επικρατεί η φαυλότητα και η χυδαιότητα, η υποκρισία και το ψέμα, ζει σε μια χώρα-προάστιο της Ευρώπης όπου οι συνταγματικοί νόμοι εφαρμόζονται κυρίως στους φτωχούς, των οποίων τα δικαιώματα καταπατούνται με θρασύτητα στο όνομα της Δημοκρατίας και εξανεμίζονται στο όνομα του Θεού. Οι μοναδικές φωνές ανθρωπιάς και αλληλεγγύης ακούγονται πλέον από μη-κρατικές οργανώσεις και ομάδες, που δυστυχώς είναι λίγες και σχεδόν αδύναμες να αλλάξουν κάτι ή να νικήσουν το άδικο. Βέβαια, η πικρή αλήθεια είναι ότι όλοι οι λαοί έχουν τις κυβερνήσεις που τους αξίζουν. Οι Έλληνες είναι θύματα της προπαγάνδας που τους φούσκωσε τα μυαλά με εθνικιστικές ψευτιές, προβάλλουν κομπλεξικά την υπεροψία τους έναντι των άλλων λαών, όταν την ίδια στιγμή είναι δουλοπρεπείς απέναντι σε κάθε μορφή εξουσίας. Ο δε άνθρωπος ζει αποξενωμένος, και την αποξένωσή του δε θα την τοποθετήσω μόνο στο κοινωνικό της πλαίσιο, αλλά και στο προσωπικό, δηλαδή είμαστε από τη μια κοινωνικά αποξενωμένοι για πολλούς λόγους, είμαστε όμως αποξενωμένοι και από εμάς τους ίδιους, δεν μπορούμε να επικοινωνήσουμε, να συναντηθούμε με τους εαυτούς μας. Πάρα πολλοί άνθρωποι βιώνουν έντονα ψυχολογικά προβλήματα και καταφεύγουν σε ψυχιάτρους για να αντιμετωπίσουν ζητήματα που, αν είχαν μάθει να καλλιεργούν διάλογο με τον εαυτό τους και τους γύρω τους, καλή θέληση με τον εαυτό τους και το περιβάλλον τους, θα τα έλυναν μόνοι τους. Οι άνθρωποι δεν έχουν εμπιστοσύνη σε τίποτα, δεν ξέρουν ποιοι είναι, δεν ξέρουν πώς να χειριστούν το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν, οπότε, στην καλύτερη περίπτωση που δεν αντιδρούν αυτοκαταστροφικά, οδηγούνται σε μία αρνητική και αμυντική στάση, με αποτέλεσμα να τους φταίνε όλοι οι άλλοι. Αφήνονται σʼ ένα βίαιο φαύλο κύκλο φόβου και μίσους, όπου οι ανισορροπίες γίνονται πλέον κλινικές περιπτώσεις. Κοινωνικά τουλάχιστον, αυτό είναι ένα σημείο που θα έπρεπε να έχει χτυπήσει τις καμπάνες του κινδύνου εδώ και καιρό, αλλά όπως σʼ αυτή τη χώρα κατά κανόνα συμβαίνει, η αδιαφορία επικρατεί. Κάποια στιγμή όμως τα μαζικά φαινόμενα θα είναι ανεξέλεγκτα.
-Στο πρόσωπό σου βλέπω τη Γενιά του Χάους, αλλά συγχρόνως και μια οργισμένη εξέγερση που στιγμάτισε τη δεκαετία του ʽ80, με πορείες, καταλήψεις, τη «Σοφίτα», τον «Πήγασο» και συνάμα ένα σχέδιο φίμωσης των κραυγών αντίρρησης. Εσύ στο δικό μου πρόσωπο τι αντικρίζεις; Μια οργισμένη νεολαία ή ένα υπνωτικό καπιταλιστικό λούνα παρκ;
Πιστεύω ότι δεν υπάρχουν κλισέ που να προσδιορίζουν οποιεσδήποτε κατηγορίες ανθρώπων ή ηλικιακές ομάδες. Για μένα υφίσταται το ίδιο, διαχρονικό, πρόβλημα: η ανεπάρκεια των ανθρώπων απέναντι στις «ιδέες». Τί εννοώ μʼ αυτό; Αν θεωρήσουμε πως η επαναστατικότητα της δικής μου γενιάς απέτυχε να επιφέρει συγκεκριμένες αλλαγές, δε φταίει καμιά ιδέα. Δε φταίει ο αναρχισμός αν δεν ερμηνεύεται ως μια συμπαγής πολιτική πρόταση αυτή τη στιγμή, δεν φταίει ο σοσιαλισμός, δεν φταίει τίποτα απʼ όλα αυτά. Η ουσία είναι ο άνθρωπος, που είναι ανεπαρκής και ανίκανος να δεχτεί και να εφαρμόσει τις όποιες προοδευτικές ιδέες χωρίς να είναι φανατικά υποταγμένος σʼ αυτές. Αυτός ο φανατισμός είναι το αιώνιο πρόβλημα στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι «πιστοί» και οι «άπιστοι». Πάντα υπάρχουν άνθρωποι που θέτουν συγκεκριμένα πεδία ιδεών, που ναι μεν είναι προσιτά, αλλά ταυτόχρονα σου ζητάνε να παραμερίσεις τον εγωισμό σου για να τα πλησιάσεις. Όταν το «εγώ» είναι το πρίσμα μέσα από το οποίο προσεγγίζεις την όποια ιδέα, η ιδέα απομακρύνεται από σένα. Την οικειοποιείσαι, πιστεύεις ότι έχεις αποκτήσει μια ταυτότητα -γιατί αυτό τελικά αναζητάς πάνω απʼ όλα- αλλά το πνεύμα της έχει απομακρυνθεί από σένα. Ο Χριστιανισμός είναι ένα απτό ιστορικό παράδειγμα. Στο όνομα του Χριστού, έχουν γίνει θηριωδίες με εκατόμβες θυμάτων. Το «ο έχων δυο χιτώνας μεταδότω τω μη εχοντι» δεν έχει καμιά σχέση με τον υπέρογκο πλούτο που έχει συσσωρεύσει η εκκλησία στο όνομά Του. Θα μπορούσα να αναφέρω δεκάδες ανάλογα παραδείγματα για κάθε -ισμό. Η ιδέα δεν αφορά μόνο στην πολιτική, ιδέα είναι και η οικογένεια: πολλοί άνθρωποι παντρεύονται σήμερα και κάνουν παιδιά, αλλά λίγοι κατορθώνουν να φτάσουν στον πυρήνα της ιδέας της οικογένειας, αφού τη φορτώνουν με τα δικά τους απωθημένα. Δεν έχουν κοιτάξει ποτέ μέσα τους να καθαρίσουν το προσωπικό, εσωτερικό περιβόλι τους, που γεμάτο αγριόχορτα και ζιζάνια, δεν μπορεί να παράγει άλλο παρά άρρωστους καρπούς. Κοιτάμε γύρω μας και λέμε με στόμφο: τι είναι αυτό το αίσχος! Ο καθρέφτης μας είναι, τον εαυτό μας κοιτάμε. Όλοι έχουμε συνεισφέρει για να γίνει αυτό έτσι όπως είναι, κανείς δεν μπορεί να δηλώσει αθώος. Σήμερα, για παράδειγμα, μπορείς να πιστεύεις ότι χτυπάς τις πολυεθνικές αγοράζοντας φτηνά ρούχα απʼ τους Κινέζους, αλλά ξεχνάς, θες να ξεχνάς, ότι τα ρούχα αυτά τα φτιάχνουν άνθρωποι με μηδαμινά δικαιώματα, σκλάβοι σε άθλια μπουντρούμια που ονομάζονται βιοτεχνίες και εργοστάσια. Εσύ όμως φοράς φτηνά ρούχα. Και; Τί είσαι; Αντικομφορμιστής; Αντικαπιταλιστής; Ποιον κοροϊδεύεις; Η μοναδική απολυτότητα αυτού του οικοδομήματος είναι η σχετικότητά του και, είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε είτε όχι, όλοι συνεισφέρουμε στη συντήρησή του, πολλές φορές με τρόπους που ούτε καν συνειδητοποιούμε.
-«Για Μένα Underground Δεν Είναι Μόνο Οι Αναρχικοί Ή Οι Πανκς. Στον Ορισμό Αυτό Ανήκουν Όλα Αυτά Τα Άτομα, Ανεξαρτήτως Ηλικίας Που Ζουν Έξω Από Τα Κοινωνικά Πλαίσια», Είπες Στο Χωρίς Κανόνα. Υπάρχει Σήμερα Αυτό Που Λέμε Underground;
Για όσο ακόμα θα κυριαρχεί το καπιταλιστικό σύστημα, η δομή του οποίου οδηγεί στον αποκλεισμό μεγάλων κοινωνικών ομάδων, το underground θα υπάρχει. Στον καπιταλισμό είναι «θεμιτό» και «δικαιολογημένο» να υπάρχουν απόκληροι, περιθωριοποιημένοι, που ζουν στις παρυφές της κοινωνίας. Underground θα χαρακτήριζα τους άστεγους, τους τσιγγάνους, τους μετανάστες, τους πρόσφυγες, όλους εκείνους που δεν έχουν πρόσβαση σε συνθήκες ζωής που για άλλους θεωρούνται δεδομένες. Αυτοί είναι η μια κατηγορία, η άλλη αφορά εκείνους που επιλέγουν να αποστασιοποιηθούν και να εμπλακούν όσο το δυνατόν λιγότερο σε αυτό το παιχνίδι της επιβίωσης κάτω από συγκεκριμένους όρους. Η πρώτη κατηγορία δεν έχει πολλά περιθώρια επιλογής, η δεύτερη έχει και οι επιλογές της πιστεύω προκύπτουν από την ιδεολογική τους τοποθέτηση. Εξάλλου, είναι λάθος να συνδέουμε την έννοια αυτή μόνο με την μουσική, ειδικά στην Ελλάδα όπου η κυριαρχία της οικογένειας είναι τόσο έντονη και ο «απογαλακτισμός» των νέων έρχεται πολύ αργότερα από την μετεφηβική τους ηλικία. Ωστόσο, για όλους μας πλέον η επιβίωση είναι δύσκολη υπόθεση και με τις παρούσες οικονομικές συνθήκες πολλοί άνθρωποι εξωθούνται στο περιθώριο, κάτι που απʼ ό,τι φαίνεται δεν έχουμε δει ακόμη στις πραγματικές του διαστάσεις.
-Υπήρξε μια φήμη ότι το ʽ97 είχατε κάνει ένα reunion και μάλιστα ότι παίξατε σε μια συναυλία παρουσιάζοντας στο κοινό και ένα καινούργιο κομμάτι. Τι ακριβώς είχε γίνει τότε;
Η τελευταία μας συναυλία δόθηκε το ʽ89. Το ʽ97 ξαναβρεθήκαμε με τον Κώστα Χατζόπουλο, τον Δημήτρη Παππά, που ήταν ο δεύτερος κιθαρίστας στο Ρέκβιεμ, και τον Λεωνίδα Παπαδόπουλο, που έπαιζε μπάσο -έπαιξε και στους Stress τότε που είχαν κάνει ένα live στη Villa Αμαλίας- και προσπαθήσαμε να κάνουμε ένα σχήμα. Είχαμε ηχογραφήσει κάποια κομμάτια σʼ ένα στούντιο, αλλά δεν παίξαμε ποτέ, πουθενά, δεν είχαμε καν όνομα. Ήμασταν τρία μέλη της Γενιάς και έγιναν κάποιοι πειραματισμοί που δεν οδήγησαν κάπου. Απλά επειδή εγώ έγραφα πάντα τους στίχους, εντυπώθηκε στον κόσμο ότι επρόκειτο για reunion. Η Γενιά ιστορικά έχει τελειώσει το ʽ89. Υπάρχει επίσης ένα κομμάτι που γράφτηκε εκείνη την περίοδο στιχουργικά, Τα Λόγια, αλλά δεν προλάβαμε να το μελoποιήσουμε γιατί διαλυθήκαμε, το μελoποιήσαμε όμως τώρα και θα το παρουσιάσουμε. Είναι στην ουσία οι τελευταίοι στίχοι που έγραψα όταν η Γενιά υπήρχε ακόμα σαν μπάντα. Αλλά όχι, ούτε reunion έγινε ποτέ, ούτε live.
-Στις 24 και 25 του Απρίλη όμως η Γενιά του Χάους ανεβαίνει στη σκηνή του Gagarin για ένα διήμερο live μετά από είκοσι χρόνια. Είχες πει στη συνέντευξη στο Χωρίς Κανόνα «ούτε πρόκειται να ξαναχρησιμοποιήσουμε το όνομα Γενιά του Χάους. Αυτό θα ήταν μεγάλη υποκρισία εκ μέρους μας». Μήπως υπάρχει ασυνέπεια σʼ αυτό που είχε ειπωθεί τότε, με ποιο σκεπτικό αποφασίσατε να ανεβείτε πάλι στη σκηνή ως Γενιά του Χάους; Αισθάνεστε ότι τότε με τη διάλυσή σας αφήσατε ανοιχτούς λογαριασμούς και επιστρέφετε τώρα για να τους κλείσετε;
Αυτό το ερώτημα είναι ορθό. Μπορώ να σου αναλύσω το σκεπτικό. Όπως σου είπα διαλύσαμε κάτω από πολύ περίεργες συνθήκες, υπήρχε από τη μια ένας εξωτερικός εξαναγκασμός που οδήγησε στη διάλυσή μας και από την άλλη η δική μας συνέπεια ως προς το τι νοιώθαμε και τι θα επιτρέπαμε να γίνει. Σήμερα, μετά από χρόνια, γνωρίζοντας ότι το υλικό που αφήσαμε πίσω μας έχει μια πολύπλευρη δυναμική που ποτέ δεν αναδείχθηκε -γιατί ναι μεν οι στίχοι μας ακούστηκαν και ακούγονται, αλλά η μουσική μας ποτέ δεν έφτασε σε ένα επιθυμητό επίπεδο- το προσεγγίζουμε ξανά με σκοπό να το «αποκαταστήσουμε». Τότε δεν είχαμε ούτε τα χρήματα, ούτε τη τεχνογνωσία, ούτε τα μέσα. Ήταν τυφλή εποχή, δεν υπήρχε βοήθεια από πουθενά και μας άφησε μια αίσθηση ανεκπλήρωτου. Σκέψου ότι η πρώτη κοπή του ομώνυμου άλμπουμ ανακλήθηκε με ανακοίνωση λίγο μετά την κυκλοφορία της λόγω πολύ κακής ποιότητας. Αλλά και στη δεύτερη κοπή το ηχητικό αποτέλεσμα παρέμεινε «θολό». Όσο για το Ρέκβιεμ, κάναμε δύο remix σε δύο διαφορετικά στούντιο, χωρίς και πάλι να πετύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Το καλοκαίρι τού 2007 εμφανίζεται ξαφνικά μετά από χρόνια ο Άκης, πραγματοποιείται η πρώτη συνάντηση των τριών μας και μέσα από αυτή την αναθέρμανση της σχέσης μας ξεπηδά η ιδέα μιας νέας συνεργασίας. Παράλληλα, εδώ και δύο χρόνια υπήρχε στο προφίλ της Γενιάς στο Myspace έντονη προτροπή του κόσμου για ζωντανές μας εμφανίσεις. Πριν καν αποφασιστεί οτιδήποτε, ξεκινήσαμε να δουλεύουμε το υλικό για να δούμε πώς αυτό θα ακουγόταν σήμερα. Μας πήρε πολύ χρόνο. Δοκιμάσαμε τρεις ντράμερ πριν καταλήξουμε στον εξαιρετικό Μπάμπη Πετσίνη των Sleeping Pillow, ο οποίος έρχεται απʼ τη Θεσσαλονίκη για τις πρόβες.
Σήμερα ξέρουμε πάρα πολύ καλά τι θέλουμε απʼ αυτό το υλικό. Σκοπός του live τελικά είναι να ξανασυναντήσουμε το γνωστό και το άγνωστο κοινό μας, να του προσφέρουμε μια συναυλία όσο το δυνατόν αρτιότερη ηχητικά και αισθητικά, κάτι που πάντα μας απασχολούσε, γιατί η Γενιά για μας είναι πάνω απʼ όλα τέχνη, δεν είναι μόνο ξόδεμα συναισθηματικό ή ενεργειακή εκτόνωση. Θέλουμε να το υποστηρίξουμε απʼ όλες τις πλευρές, και μάλιστα σκοπεύουμε να το ηχογραφήσουμε, να το βιντεοσκοπήσουμε και να το προσφέρουμε στον κόσμο δωρεάν μέσω διαδικτύου. Υπάρχει και το ενδεχόμενο, το οποίο δεν ξέρουμε αν θα ευοδωθεί γιατί έχει ένα κόστος που δεν γνωρίζουμε αν θα μπορέσουμε να υποστηρίξουμε, να κυκλοφορήσει από εμάς μια συλλεκτική έκδοση σε dvd. Όλο αυτό νοιώθουμε ότι το οφείλουμε στη Γενιά και όχι στους εαυτούς μας.
-Το διπλό live έρχεται σε μια αρκετά ταραγμένη εποχή για την ανθρωπότητα, αλλά και ειδικότερα για την Ελλάδα. Από την μια η οικονομική κρίση, η κρατική δυσκαμψία και αναλγησία και από την άλλη η δολοφονία Γρηγορόπουλου με την μετέπειτα ανεξέλεγκτη κατάσταση στην Ελλάδα, μια υπόθεση παρεμφερής με τη δολοφονία Καλτεζά το 1985 και τα γεγονότα του Χημείου που ακολούθησαν. Η συναυλία είχε ήδη προγραμματιστεί πριν τα γεγονότα ή την επισπεύσατε γιατί νοιώθετε ότι ήρθε ο καιρός να επέμβετε μʼ αυτόν τρόπο, να χορέψετε όχι pogo, αλλά έναν τελευταίο «χορό της σιωπής»;
Το live δεν έχει καμιά σχέση με τα γεγονότα, πραγματοποιείται σε μια χρονική συγκυρία που αφορά εμάς. Το χρονικό σημείο του Απρίλη τέθηκε ως ένα deadline, γιατί αυτό πρέπει κάποτε να ολοκληρωθεί, αφού όταν διανύεις μια δύσκολη διαδρομή υπάρχει ο κίνδυνος να το αναβάλεις επʼ αόριστον. Απʼ τη στιγμή που βρήκαμε τον ντράμερ που αναζητούσαμε, θέσαμε ένα χρονικό σημείο, κάτι που δεν θεωρώ καθόλου τυχαίο αφού η Γενιά γεννήθηκε Πάσχα του 1982 …
-Ο Κώστας είχε πει στην ίδια συνέντευξη στο Χωρίς Κανόνα «ποτέ όπως μας θέλουν, ποτέ εκεί που μας θέλουν, ποτέ αυτό που περιμένουν.» Το live είναι μια πραγματικότητα, ίσως όμως πολλοί να μην περίμεναν ποτέ να σας δουν στο Gagarin. Τί σας οδήγησε σʼ αυτήν την επιλογή χώρου και αντιτίμου των 15?;
Ο Κώστας στην ουσία μʼ αυτή του τη φράση εκφράζει τη σχέση της Γενιάς με την τέχνη. Εμείς ποτέ δεν αντιληφθήκαμε την τέχνη μέσα από κλισέ. Η επιλογή του συγκεκριμένου χώρου υπαγορεύτηκε από την ανάγκη μας να παρουσιάσουμε το υλικό μας όπως πιστεύουμε ότι του αξίζει. Είναι ένας χώρος όπου εμείς τουλάχιστον μπορούμε να σταθούμε χωρίς να νοιώθουμε ότι παίζουμε σʼ ένα σκυλάδικο ή σʼ ένα οποιονδήποτε ανοιχτό χώρο όπου δεν ακούγεται τίποτα. Αν θες είναι και η δική μας άρνηση σε όσους λένε «ελάτε να παίξετε οπουδήποτε». Δε θέλουμε να παίξουμε οπουδήποτε, έχουμε παίξει «οπουδήποτε» δεκάδες φορές. Φαντάσου ότι παίζαμε από μνήμης γιατί δεν ακούγαμε τίποτα πάνω στη σκηνή, απλά ήμασταν πολύ δεμένη μπάντα γιατί κάναμε πολλές πρόβες και πολλά lives, οπότε συντονιζόμασταν με κλειστά μάτια. Αλλά στις 8 από τις 10 συναυλίες δεν ακούγαμε τίποτα. Κι άλλα γκρουπς εκείνης της εποχής να ρωτήσεις, το ίδιο θα σου πουν. Δεν υπήρχε ήχος, το κοινό από κάτω άκουγε μόνο θόρυβο. Τα 15? εισιτήριο, που για μένα είναι αστείο ποσό σήμερα, πιστεύω και για πάρα πολύ κόσμο που σκέφτεται λογικά, καλύπτουν την έξτρα ηχητική εγκατάσταση που χρειαζόμαστε, τη βιντεοσκόπηση, την ηχογράφηση και το live internet broadcast. Ρισκάρουμε, δουλεύοντας επί δεκαοκτώ μήνες και έχοντας επενδύσει όλο μας τον ελεύθερο χρόνο, που είναι ελάχιστος. Αυτό είναι κάτι που φυσικά δεν περιμένουμε να μας δοθεί πίσω με χρήμα. Όταν τόσο καιρό αυτό είναι μόνιμα μέσα σου, ασχολείσαι μαζί του και παραμερίζεις πάρα πολλά άλλα εξίσου ζωτικά πράγματα, δεν υπολογίζεις τι θα πάρεις, είναι άτοπο.
-Πώς και δεν επιλέξατε το ενδεχόμενο μιας ανοιχτής συναυλίας, εννοώ σε ανοιχτό χώρο;
Για ανοιχτή συναυλία κανείς δεν μας νοίκιαζε ηχητικό εξοπλισμό χωρίς πολύ υψηλές οικονομικές εγγυήσεις και προκαταβολές, γιατί ήξεραν ότι δε θα τον πάρουν πίσω ακέραιο. Και μιλώντας για εξοπλισμό, δεν εννοούμε τα όποια μισοδιαλυμένα μηχανήματα, αλλά αυτά που εμείς χρειαζόμαστε για να βγάλουμε αυτό που θέλουμε να δοθεί επιτέλους στο κοινό. Οπότε ήταν μονόδρομος για μας το Gagarin. Θέλουμε να ακουστεί επιτέλους κάτι, πιστεύουμε ότι το κοινό μας θα το εκτιμήσει.
-Το επερχόμενο live δημιούργησε ένα έδαφος μακροσκελών διαπληκτισμών και αρνητικών σχολίων σε διάφορα forums, αλλά και στο Myspace προφίλ της Γενιάς. Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση διαβάζοντας τέτοιου είδους σχόλια;
Τα σχόλια αυτά μας απασχόλησαν μόνο στην αρχή, γιατί σύντομα συνειδητοποιήσαμε ότι πρόκειται για λίγες, μεμονωμένες περιπτώσεις. Εξάλλου, κάθε αρνητική αντίδραση ακολουθούσαν δεκάδες θετικές και ενθαρρυντικές για εμάς απόψεις.
-Στην αρχή της κόντρας για το live είχατε αφήσει δημοσιευμένα τέτοιου περιεχομένου σχόλια στο Myspace προφίλ της Γενιάς, και εσύ Θοδωρή απάντησες από το προσωπικό σου προφίλ Anoptron με ένα γραπτό κείμενο. Παρʼ όλα αυτά σήμερα αν κοιτάξει κανείς δε θα τα βρει, τα έχετε διαγράψει. Θελήσατε να μην εμπλακείτε άλλο ή απαξιώνετε το γεγονός;
Καταλάβαμε τελικά ότι το να δίνεις χώρο στην παράλογη αρνητικότητα και στο φανατισμό δεν έχει κανένα νόημα. Γιατί να το κάνεις; Γιατί να υφίστασαι αυτήν την αρρωστημένη στάση ορισμένων απέναντι σε όλα; Έχουμε χορτάσει ψυχολογική βία και ασυνάρτητη σκέψη σʼ αυτή τη χώρα, όχι άλλο, ευχαριστούμε.
-Αν ωστόσο σου ζητούσα να ερμηνεύσεις αυτές τις έστω μεμονωμένες αντιδράσεις, γιατί ήταν πραγματικά πολύ επιθετικές, τί θα έλεγες;
Στην ουσία έχεις να κάνεις με την ψυχολογία της μάζας, με την ανάγκη να σε σταυρώνουν, όπως και να σε λατρεύουν. Φέρονται σαν απρόσωπος όχλος που αντιδρά με τον ίδιο τρόπο όπως στα πολιτικά δρώμενα: οι πολιτικοί τους σκίζουν, τους κλέβουν και τους εμπαίζουν για μια τετραετία, αλλά στα προεκλογικά μπαλκόνια, ο ίδιος όχλος τούς προσκυνάει από κάτω κουνώντας σημαιάκια. Η Γενιά δεν ζήτησε ούτε διεκδίκησε ποτέ θρόνο στην ελληνική ροκ σκηνή ούτε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας ενός όποιου σκληρού ήχου. Δε θεώρησε τον εαυτό της πανκ, δε θεώρησε τον εαυτό της hardcore, δε θεώρησε τον εαυτό της τίποτα. Αν ηχογραφούσαμε άλλους δύο δίσκους, θα ήταν εξίσου διαφορετικοί. Αλλά υπάρχουν αυτοί που θέλουν να σε τοποθετήσουν κάπου, δεν σε ρωτάνε, είναι δική τους απόφαση, αφορά μόνο αυτούς, είναι ο δικός τους μικρόκοσμος, κι αν δεν κάνεις αυτό που θέλουν θα σε φτύνουν, θα σου πετάνε λάσπη. Εγώ έχω να τους δώσω το εξής μήνυμα που έχει να κάνει με το εξώφυλλο του cd που περιέχει και τους δύο δίσκους μαζί. Το σύμβολο του κρεμασμένου κλόουν σημαίνει ότι δεν είμαστε διασκεδαστές σου/σας ή οποιουδήποτε, τον κρεμάσαμε τον διασκεδαστή προ-πολλού, δεν είμαστε οι κλόουν σας. Αυτή είναι η στάση μας απέναντι στη ζωή και στην τέχνη.
-Ποια θα είναι η σύνθεσή σας;
Η σύνθεση είναι ο Κώστας Χατζόπουλος στην κιθάρα, ο Άκης Αμπράζης στο μπάσο και ο Μπάμπης Πετσίνης στα ντραμς.
-Υπάρχει πιθανότητα να επανακυκλοφορήσει το υλικό, δηλαδή οι δύο δίσκοι;
Δεν εξαρτάται από εμάς. Τα δικαιώματα τα έχει η “Wipe Out”, η οποία αν θέλει να επανεκτυπώσει το cd, θα το κάνει.
-Στο προφίλ της Γενιάς ανεβάσατε το τραγούδι Έντιμος Πολίτης. Είναι καινούριο ή απλά δεν έχει μπει σε κάποιο δίσκο;
Είναι παλιό, του ʽ84. Υπήρχε, απλά δεν μπήκε σε δίσκο.
-Ποια είναι η πρώτη μνήμη που σου έρχεται στο μυαλό από τη Γενιά του Χάους της δεκαετίας του ʽ80, και ποιους στίχους θα διάλεγες ως υπότιτλο της ιστορίας του γκρουπ;
Δύσκολη επιλογή. Μία από τις πιο δυνατές στιγμές που πιστεύω ότι θα θυμάμαι πάντα είναι η ανταπόκριση του κόσμου σε μια από τις τελευταίες μας συναυλίες το ʽ89 στο «Ρόδον» ως support στους Ολλανδούς Ex, και συγκεκριμένα στο κλείσιμο του Κραχ, του κομματιού που τελειώνει με τον στίχο «είναι που κανείς δε σέβεται τον εαυτό του». Ήταν ένα συναίσθημα μοναδικό. Οι στίχοι είναι ένα εξίσου ιδιαίτερο θέμα, γιατί για μένα είναι όλοι ένα. Θα ξεχώριζα όμως το Δόγμα κι αυτό γιατί αποτελεί τομή: είναι ένα σημείο από όπου ξεκινώ να αντιλαμβάνομαι κάτι διαφορετικό, ένα σημείο όπου έχω την επίγνωση του τέλους αυτής της διαδρομής, κάτι καθαρά διαισθητικό. Γράφω το Δόγμα νοιώθοντας πως ο κύκλος κλείνει, «σφίγγουμε τα δόντια, προχωράμε μπροστά», και αυτή η αίσθηση συνοδεύεται από πολλή δύναμη, αλλά και θλίψη. Βέβαια, κάθε κομμάτι έχει τη δική του ιστορία, είναι εμπνευσμένο από συγκεκριμένα ερεθίσματα, κάτω από ξεχωριστές συνθήκες. Είναι ένα σημείο το κάθε κομμάτι, δηλώνει ένα σταθμό στην όλη διαδρομή.
-Θα ήθελες να προσθέσεις κάτι τελευταίο στα όσα είπαμε;
Μπορώ να σου πω πολύ ειλικρινά ότι αν ένοιωθα ότι δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε το πνεύμα της Γενιάς δε θα προχωρούσα. Δεν πρόκειται για αναβίωση, ούτε reunion, απλά για επαναπροσέγγιση μιας από τις σημαντικότερες σελίδες της ζωής μας. Δουλεύοντας το υλικό τους τελευταίους δεκαοκτώ μήνες, ζήσαμε την αφύπνιση ενός καταιγισμού αναμνήσεων: συγκλονιστικής άγριας χαράς, δημιουργικής έντασης, βίαιης οργής, βουβής θλίψης. Η Γενιά είναι για εμάς το «όχημα» που μας οδήγησε στη ζωή και στους εαυτούς μας. Για μένα, είναι μια από τις εμπειρίες που πλούτισαν τον εσωτερικό μου κόσμο και κατʼεπέκταση τη ζωή μου. Νοιώθω πολύ τυχερός που τα μονοπάτια μας συναντήθηκαν και καταφέραμε να δημιουργήσουμε αυτή την οντότητα. Ανεξάρτητα από το πού θα βρεθούμε την επόμενη μέρα του live, γνωρίζω πως σε όλη μου τη ζωή θα είμαι ευγνώμων για την ευκαιρία που μου δόθηκε μέσα από τη Γενιά του Χάους.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Συνοπτικά:
link[FONT=Arial, Helvetica, sans-serif]ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ [ΑΝΤΙΚΟΥΛΤΟΥΡΑ] - ΑΘΗΝΑ - 1982[/FONT]
Το Πάσχα του 1982, τρεις φίλοι από Αθήνα, ο Νίκος Βοσδογάννης κιθάρα, φωνή και στίχους, ο ξάδερφός του Νίκος Βοσδογάννης μπάσο και ο Θοδωρής Ηλιακόπουλος τύμπανα και στίχους δημιουργούν ένα συγκρότημα με όνομα "Αντικουλτούρα". Το '83 αποχωρεί ο Νίκος (κιθάρα) και στη θέση του έρχεται ο Κώστας Χατζόπουλος κιθάρα, στίχους και φωνητικά. Επίσης μόλις είχε έρθει στη μπάντα και ο 'Αρης Λαμπρίδης φωνή. Τότε η μπάντα μετονομάζεται σε "Chaos Generation" και στις αρχές του '84 σε "Γενιά Του Χάους". Στις 7 Απριλίου του '83 κάνουν ένα live μαζί με τους "Ex Humans" στο club "Σοφίτα" στην Πλάκα. Την ίδια χρονιά κυκλοφόρησαν μαζί με τους "Αδιέξοδο" το '83, την split κασέτα σε παραγωγή της "Art nouveau" με τίτλο "Καλή 'Ορεξη". Το '84 συμμετέχουν στη συλλογή "Διατάραξη Κοινής Ησυχίας". Το '86 βγαίνει ο πρώτος τους δίσκος από τη "Di-di Music" με τίτλο "Γενιά Του Χάους". Την ίδια χρονιά στις 14 του Νοέμβρη δίνουν μια επεισοδιακή συναυλία με τους Ολανδούς "Shrubs" και "The Ex". Το '89 ηχογραφούν το δεύτερο και τελευταίο τους δίσκο με τίτλο "Ρέκβιεμ" πάλι από τη "di-di music". Το '96 επανακυκλοφορούν οι δύο τους δίσκοι από τη "Wipe Out Records". Μέχρι το τέλος. το οποίο ήρθε το '89, από το group περνούν αρκετά μέλη, οι Δημήτρης Παππάς κιθάρα και φωνητικά, 'Ακης Αμπραζής μπάσο και φωνή, Γιώργος Δρακόπουλος πλήκτρα, Αλέξης Αλιφέρης μπάσο και πλήκτρα.
Για δική σας ενημέρωση, αναφέρω πως δε πρόκειται για ένα από τα πολλά πανκ συγκροτήματα της σειράς που θα κάνουν συναυλίες όπου να 'ναι μόνο για να γίνει ο κακός χαμός.
Όπως ο ίδιος ο Ηλιακόπουλος λέει, πρώτα από όλα εκφράζουν ιδέες (τόσο επίκαιρες btw) και ύστερα συναυλιακό ξέσπασμα.
Μερικά κομμάτια τους (ότι βιντεογραφημένο υπάρχει είναι σε κακή ποιότητα):
Και λίγο από πολλά:
Και μερικοί στίχοι (εδώ είναι τα αριστουργήματα κατά τη γνώμη μου):
Οι Γ.τ.Χ. θα είναι πάλι μαζί για ένα διήμερο στο Gagarin τον Απρίλη όπως λένε για να αποχαιρετήσουν 20 χρόνια μετά τους φίλους τους.ΕΠΙΘΑΝΑΤΙΟΣ ΡΟΓΧΟΣ
Κρύα και στεγνή η αποψινή βραδυά κι ο θάνατος μας περιμένει
κραυγές απελπισίας και δάκρυα στα μάτια όσο κι αν φωνάξαμε
όσο κι αν προσπαθήσαμε δεν καταφέραμε να σωθούμε
το μιλιταριστικό και πολεμοκάπηλο σύστημά τους νίκησε πάλι.
Κανείς το θάνατο δεν μπορεί να αποφύγει
κανείς δεν πρόκειται να μας προστατεύσει.
Πάτησαν τα κουμπιά κι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση στις ζωές μας
η ζωή μας δεν έχει σημασία για αυτούς
πεθαίνουμε εξυπηρετώντας τα συμφέροντά τους.
Ζήσαμε την παρακμή και την αποσύνθεση ενός ηλίθιου
αυτοκαταστροφικού κόσμου
Προορισμός μας η σαπίλα κι ο θάνατος.
Χωρίς κανένα λόγο χάνεται η ζωή μας
στις φλέβες μας το αίμα σαπίζει συνεχώς
αγωνία και κραυγή, καμμιά ελπίδα για ζωή.
Δεν πρόκειται να ζήσουμε το τέλος θ' αντικρύσουμε
Σάρκες ματωμένες, φρικτά κομματιασμένες
δάκρυα και κραυγές, χάθηκαν όλες οι ζωές.
ΜΠΑΣΤΑΡΔΟΚΡΑΤΙΑ
Δικαιώματα που ξέρατε τώρα δεν υπάρχουν
υπάρχει μια σκατοζωή και μια τυφλή υπακοή
με την εκμετάλλευση και τον ηλίθιο φόβο
οι μαλάκες αρχηγοί σου γαμάνε την ψυχή.
Δεν είναι δημοκρατία, δεν είναι ελευθερία
είναι μόνο μια μπασταρδοκρατία.
Παντού λογοκρισία και βρώμικες παγίδες
συνέχεια σε ελέγχουν ακόμα και όταν φτύνεις
ψέματα σου λένε για αγάπη και ειρήνη
και στο φαΐ σου ρίχνουν μισό κιλό στρυχνίνη.
Ως πότε θα ανεχόμαστε στη μάπα να μας φτύνουν
και θα τους αφήνουμε το μέλλον μας να σβήνουν;
Συνέχεια μας κτυπούν στις φυλακές μας ρίχνουν
μα ότι και να κάνουν το στόμα δε μας κλείνουν. Ποτε!
Για ποια ελευθερία μιλάμε;
Για ποια δημοκρατία μιλάμε;
Εμείς μιλάμε μόνο για μια
μπασταρδοκρατιά.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΥΠΟΠΡΟΪΟΝΤΑ
Απλώνουμε γύρω μας τη μαύρη σημαία
Αφήστε ήσυχη τη νεολαία
Μέσα από το κόμμα σου και τις παρατάξεις
Ο ρατσισμός το μόνο που έχεις να αντιτάξεις
Εσείς οι εραστές της σάπιας εξουσίας
Εμείς οι βιαστές της απάθειας και ησυχίας
Με ποιο δικαίωμα θα μας καταδικάσεις;
Πρόβατο πολύχρωμο το κεφάλι σου θα σπάσεις
Πόρνες, πρεζάκηδες, πανκς, αναρχικοί
Θάβεις αλύπητα οποιαδήποτε ψυχή
Σκέψου όμως πως τους έφτιαξες εσύ
Και η παραφροσύνη βασίλεψε στη γη.
Ο αρχηγός σε πρόσταξε τον κόσμο αυτό να αλλάξεις
Τους εξωκομματικούς αμέσως να πατάξεις
Το κόμμα είναι της ζωής σου ο σκοπός
Και θα 'θελες να γίνει της Ελλάδας ο φρουρός
Μακριά από αυτά στεκόμαστε χωρίς να τα κοιτάμε
Να ζήσουμε ανενόχλητοι το μόνο που ζητάμε
Στο αίμα μια εξέγερση μπορείς να καταπνίξεις
μα αυτό που έχουμε μέσα μας ποτέ δεν θα το σβήσεις
Καμικάζι, χούλιγκανς, τσαντάκηδες, "νονοί" (χα χα!)
Στήστε τους στον τοίχο είναι πολύ κακοί
ή στα ψυχιατρεία ίσως είναι τρελοί
Ρώτα τον λιποτάκτη να σου πει για τη ζωή.
ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ΧΑΟΥΣ
Παπάδες, μπάτσοι ,δικαστές πολιτικοί στρατιωτικοί
Όλοι αυτοί είναι ένοχοι και στο ειδώλιο εμείς
Για το πανικό αδίκημα που λέγεται ζωή
Πολλή τεχνολογία και εμάς μας μαστίζει η ανεργία
Ο πόθος για ελευθερία έγινε αμαρτία
Δεν υπάρχει εκτόνωση μοναχά ναρκωτικά
Την θέση των ιδανικών την πήραν τα λεφτά
Το μέλλον είναι φέρετρο και ανάσα σταχτή
Κατάντησε η ζωή σκατά κι ο θάνατος φίλος
Γενιά του χάους …
ΨΥΧΡΕΣ ΤΟΞΙΝΕΣ
Είναι ένα ξυλιασμένο πτώμα με τις φλέβες τρυπημένες
Είναι η ζωή διπλωμένη στα δύο, ζητώντας άδικα διέξοδο
Είναι η ζωγραφιά της απελπισίας και αποπάνω της τα γκλόμπ
Είναι η ανταλλαγή χρηματών, δόσης, πίσω από "ένδοξα" πηλίκια
Είναι η κραυγή για ζωή, στην πύλη του ψυχειατρείου
Είναι μόνο μούχλα στο υπόγειο, κι ο "εγληματίας" τοξικομανής
Είναι μάτια ψυχρά, χωρίς νόημα, καρφωμένα στο άδειο ταβάνι
Είναι η πεταμένη στα σκουπίδια ψυχή, που μάταια γυρεύει απάντηση
'Ηταν ένα ακόμη αποτέλεσμα της άγνοιάς σας
και μια ακόμα αδικοχαμένη ζωή
'Ηταν μια ακόμα είδηση για τις εφημερίδες ΣΑΣ
που τόσο γρήγορα θα ξεχαστεί.
Ψυχρές τοξίνες - μες στα μυαλά σας
Ψυχρές τοξίνες - στα όνειρά σας
Ψυχρές τοξίνες - για το θάνατο σας
Ψυχρές τοξίνες - δώρο από το κράτος σας
Κάποιος άνθρωπος πεθαίνει μόνος
οι κραυγές του δεν φτάνουν στα αυτιά σου
δεν αντέχουν όλοι τον πόνο
ο πόνος σκοτώνει την λογική, παραλύει τα ένστικτα .
Και σαν λυτρωτής, φτάνει ο Θάνατος
για να στήσει το σκηνικό της φθοράς
για να ρίξει την αυλαία με μιας.
Αδιαφορείς, γιατί δεν καταλαβαίνεις,
ρίξε όμως μια ματιά σ` εκείνο το υπόγειο,
ο τοίχος γράφει:
ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑ , ΒΑΡΕΘΗΚΑ , ΑΗΔΙΑΣΑ...
Ψυχρές τοξίνες - κουράστηκα
Ψυχρές τοξίνες - βαρέθηκα
Ψυχρές τοξίνες - αηδίασα
ΣΤΙΓΜΑ
Θαύμασε το λουλούδι, πριν να μαραθεί,
θαύμασε το δάκρυ, πριν στεγνώσει,
θαύμασε τη μέρα, πριν νυχτώσει,
αγάπησε την ομορφιά, πριν σε προδώσει.
Γιατί αυτό που θαυμάζεις σήμερα,
να ξέρεις πως δε διαρκεί για πάντα...
Είναι ήχος που σπάει τη σιωπή,
είναι φως που διαπερνά τη σκοτεινιά,
είναι γιατρειά ανίατης αρρώστιας,
είναι ελπίδα για μικρά παιδιά.
Κι όσο καλό κι αν σου φαίνεται πως είναι,
τόσο εύκολα μπορεί να σκοτώσει.
Αυτό το κάτι, άλλοι το λένε ομορφιά
κι άλλοι το λένε θάνατο.
ΜΑΥΡΟ - ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΤΗΣ ΣΤΕΡΗΣΗΣ
Πλαστικά λουλούδια πίσω απο γυαλισμένες βιτρίνες
Βαμμένα πρόσωπα για να δείχνουν όμορφα
Αίμα από χαμόγελα καθημερινής υποκρισίας
Σκιές στο μυαλό σου τα αναπάντητα ερωτηματικά
Τρέξιμο και βιασύνη που δεν μπορείς να καταλάβεις
Μια κούρσα ενάντια στον χρόνο χωρίς κανένα νικητή.
Δεν θα μεγαλώσει το λουλούδι
αν με αίμα το ποτίσεις
Δεν θα διακρίνεις καθαρά το πρόσωπό σου
μέσα απο θρυμματισμένο καθρέφτη.
Όταν το μικρό παιδί ζητήσει αγάπη
άστο να πνιγεί στα ικετευτικά του δάκρυα
Όταν ο ετοιμοθάνατος ζητήσει ελπίδα
χάρισέ του ένα περίστροφο.
Ίσως να μην είναι μόνο ο μπάτσος ο εχθρός
ίσως όχι η εξουσία, η ανεργία, τα σχολεία
ίσως όχι ο στρατός
Ίσως ο μεγαλύτερος εχθρός
να είν' η φριχτή ασημαντότητα
που χαρακώνει την ψυχή σου.
Να είν' η φριχτή ασημαντότητα
στην αποξένωση της μεγαλούπολης.
Έτσι κι αλλιώς, όσο και να προσπαθήσεις
ένας νεκρός δεν θα μπορέσει ποτέ
να δείξει χαρούμενος
Θα πονέσεις, μα θα το δεχτείς
λόγω υγιεινής επιβίωσης.
ΑΡΓΑ ΤΟ ΒΡΑΔΥ
Όταν παριστάνεις το θύμα της μοίρας
κι απ' τα μάτια σου ψεύτικα δάκρυα κυλούν,
οι θεοί θα μένουν πάντα απαθείς.
Όταν τους τυφλούς Φαρισαίους πιστέψεις
κι απ' τη λέπρα της ψευτιάς τους μολυνθείς,
μπρος στην αλήθεια θα αρνηθείς.
Όταν το θάνατο παράλογα φοβάσαι
κι αιώνια θα 'θελες να ζεις,
από την ύλη θα κρεμαστείς.
Βλέπω γύρω μου παντού
μικρούς ξεπεσμένους θεούς.
Δεν καταλαβαίνω γιατί
το "εγώ" χλεύαζει τον θεό.
Όταν με φτηνές επιθυμίες δεσμευτείς
κι απ' τα όρια της σάρκας εξαρτηθείς,
μέσα στο ψέμα θα βυθιστείς.
Όταν δεχτείς μόνο τη δύναμη να ψάχνεις
και τον σκληρό κι αυθεντικό να παριστάνεις,
μέσα στην άγνοια θα ξεχαστείς.
Όταν κάθε έκφραση της ύλης αγνοήσεις
και τον εαυτό σου σκληρά πολεμήσεις,
τότε και μόνο θα λυτρωθείς.
Μέσα από το ψέμα, η αλήθεια.
Μέσα από τον πόνο, η δύναμη.
Μέσα από τον φόβο, το θάρρος.
Μέσα από το μίσος, η αγάπη.
Μέσα από τον θάνατο, η ζωή.
Μέσα από την άγνοια, η γνώση.
Μέσα απ' την ανυπαρξία, η ύπαρξη.
Μέσα από το τέλμα, η πίστη.
ΑΜΟΚ
Αναμνήσεις σκεπασμένες
με την σκουριά του χρόνου που ξεχνάει
και πίστη που αργοπεθαίνει μαζί
με τ' αμπαρωμένα μυαλά.
Το συναίσθημά μου
μ' αγκαθωτό σύρμα θα τυλίξω
καθώς εσύ θα κουβαλάς
κάποιων άλλων τον χρυσό σταυρό
και με χαρά θα σταυρώνεσαι
για κάποιον άγνωστο θεό,
η θέλησή μου θα εκτροχιαστεί
και θα σου φτύσει την ψυχή.
Αμόκ κρυφού φόβου.
ΚΡΑΧ
Ηθική και αποσύνθεση, κοινωνικά αποδεκτή.
Σχέσεις άρρωστες, σχέσεις σάπιες.
Όνειρα φτηνά, μοντέλα συμπεριφοράς.
Φιγούρα, περιτύλιγμα, περιεχόμενο κενό.
Μα το κενό δεν επιστρέφεται, καταστρέφεται.
Αγάπες με συντηρητικά, ήρωες και βιαστές.
Υψηλά ιδανικά, με ημερομηνία λήξεως.
Συναίσθημα σ' εκπτώσεις, οδυνηρές επιπτώσεις.
Μηδαμινές απαιτήσεις κι αβάσταχτες ενοχές.
Μα οι ενοχές δεν είναι κριτήριο, είναι δηλητήριο.
Ακριβά ελαφρυντικά, γυάλινα συγχωροχάρτια.
Άλλοθι ο εφυσηχασμός, κατεστημένος φασισμός.
Ματαιοδοξία, κορεσμός, αδιέξοδο, πολιτισμός.
Άνθρωποι κουρέλια, σταύρωση με χρυσά καρφιά.
Είναι που κανείς δεν σέβεται την αδυναμία.
Είναι που κανείς δεν σέβεται την μοναξιά.
Είναι που κανείς δεν σέβεται την ευαισθησία.
Είναι που κανείς δεν σέβεται τον εαυτό του.
ΡΕΚΒΙΕΜ (ΓΙΑ ΞΕΠΕΣΜΕΝΟΥΣ ΘΕΟΥΣ)
Μικρά αδύναμα ανθρωπάκια στο όνομα του πολέμου ριγούν
Ανεύθυνοι βλάκες επαναπαύτηκαν όταν λίγες γνώσεις απόκτησαν
Βολεμένα σκουλήκια σε φτωχούς ετοιματζίδικους προβληματισμούς
Άγνοια και φόβος τη ξεχασμένη ανθρωπιά τροφοδοτούνε με σκουριά
Εξουσία, ιεραρχία, καταπίεση, ανταγωνισμός - Ηλίθιος αυτοσκοπός
Συμφέρον, ψέμα, χυδαία βλέμματα αγοράς, εμπόριο και σεξ
Πουλημένες επαναστάσεις, βιομηχανία κοινωνικών φαινομένων
Ο ρόγχος μιας κοινωνίας, γραφείο τελετών "Η Δικαιοσύνη"
Σύγχρονες φυλακές, τεχνολογία μοναξιάς και ηλεκτροσόκ
Οι τουρίστες επισκέπτονται μουσεία και όχι ψυχιατρεία
Πολυτέλεια και χλιδή γιατί η σαπίλα μας βρωμάει πολύ
Καλλίτερες συνθήκες ζωής, κέντρα αποτοξίνωσης περιττών συναισθημάτων
"Γάμα τες όλες - ή είσαι άντρας ή ξεφτιλισμένη αδερφή"
Γυναίκα δυναμική κι απελευθερωμένη τα πόδια σου κράτα ανοικτά
Κραυγές απόγνωσης εκλιπαρούν το θείο δώρο της ειρήνης
Μικρά παιδιά με πλαστικά όπλα τον εθνικό ύμνο τραγουδούν
Υπομονή, ο πόλεμος θα έρθει, ήρωες θα γίνουνε και αυτοί
Ω! Περήφανη ελληνική ιστορία ζήσε για εμάς ξανά
Το μεγαλείο του πατριωτισμού - φέρετρα σκεπασμένα με σημαίες
Καταστολή, δημοκρατία, για όσους δεν συμφωνούν, βία, ομοψυχία
Αυξημένη παραγωγικότητα, πλαστικά αγαθά, αξίες εγκλωβισμού
Ανοχή, εφησυχασμός, δικαίωμα στο θάνατο, δικαίωμα στη ζωή
Χημικά όπλα-ηρωίνη, εκλογές-μορφίνη, ισότητα στα τρελάδικα
Πουλήστε τα όλα να γίνουν προϊόντα μαζικής κατανάλωσης και υστερίας
Οι πολιτικοί με σαμπάνιες έκαναν πρόποση
Για το κορόιδο τον λαό
Ο λαός με κόκα-κόλα έκανε πρόποση
Για τη μελλοντική του εξουσία
Ο θάνατος ήπιε αίμα κάνοντας πρόποση
Στην παράνοια του 20ου αιώνα...
Αυτά τα ολίγα από εμένα.
borat.-
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
Λοιπόν, σίγουρα πολύ θα τους έχετε ακουστά, είναι αναμφίβολα ένα από τα μακροβιότερα σχήματα της ελληνικής ροκ σκηνής και ταυτόχρονα ένα ουσιαστικά διαφορετικό γκρούπ από τα λοιπά μεγάλα γκρουπ της ελληνικής σκηνής.
Ο λόγος είναι σχετικά απλός όσο και πολύπλοκος, στη μουσική τους και στους στίχους τους, είτε αυτοί είναι δικοί τους (Ροδοστόγλου, Ανεστόπουλος) είτε ιδιαίτερων ποιητών (Καρθαίος, Ουράνης, Καρυωτάκης, Καψάλης, Blas De Otero, Ελύτης), υπάρχει ένα εξαιρετικός λυρισμός, μία ιδιαίτερη χρήση της γλώσσας και της λέξης, μια μελωδικότητα σχεδόν ανατριχιαστική που σου καρφώνει στα αυτιά το στίχο και εύκολα σε κάνει να τον απομνημονεύσεις. Η μουσική είναι ταυτόχρονα σκοτεινή και τόσο ηλεκτρική, η φωνή του Ανεστόπουλου βαριά, σχεδόν μεθυσμένη και ταυτόχρονα τόσο γεμάτη και έντονη. Αλλά μέχρι εδώ, ας παραθέσω κάποια copy-paste από τη βιογραφία τους:
Αυτή είναι η ιστορία των Διάφανων Κρίνων , που σαν όλες τις ιστορίες κρύβει πόθους και μνήμες από πρόσωπα και γεγονότα , που αν και τα κατάπιε η δίνη του δρεπανοφόρου Χρόνου, αυτά καταστερίστηκαν στον ουρανό των αναμνήσεων που καμιά φορά ατενίζει η ψυχή μας.
Ήταν το καλοκαίρι του ʽ 90, ένα απʼ εκείνα τα δειλινά που κάτι μυστικό σε καλεί να το ανακαλύψεις, όπου συναντήθηκαν στο μπαλκόνι του σπιτιού του Θάνου, αυτός και ο Τάσος. Αφορμή για τη συνάντηση στάθηκε ένα τραγούδι, αιτία η ανάγκη για δημιουργία, για ανίχνευση νέων τρόπων, νέων μουσικών εντυπώσεων, ο σχηματισμός δηλαδή μιας νέας μπάντας, διότι ” έπαιζαν ” από παλιά μαζί. Αυτοί κι ο Σωτήρης Σταμπουλίδης στο μπάσο. Είχαν χαθεί όμως τα τελευταία δυο χρόνια. Ο ένας απʼ εδώ…
ο άλλος απʼ εκεί… Ένα τηλεφώνημα στον Σωτήρη ήταν αρκετό. Ενθουσιασμός ! Ραντεβού αύριο κι όλας, συνάντηση, πρόβα! Κάτι δυνατότερο κι ουσιαστικότερο φαινόταν στον αέρα…
…Την ίδια ώρα ο Κυριάκος, ίσως, να τραβούσε για τον ναύσταθμο, ο Παντελής, ίσως, να σχολούσε απʼ τη ” Φωλιά “, ο Νίκος, σίγουρα, κάπου θα έπαιζε κιθάρα, ίσως, στο studio 42…
Ίδιο καλοκαίρι, Αιγαίο. Αρμενίζει ο «Ίκαρος» από Εύδηλο για Πειραιά. Δυο άνθρωποι με αγκαλιά μια κιθάρα, ανταμώνουν αυτοί και η μοίρα τους. Τσουκαλάς, Ανεστόπουλος.
Γνωστοί από το σχολείο, φίλοι, μια γειτονιά. Κλωτσά η σχέση να φύγει και οι καρδιές χτυπούν, ταιριάζουν τα χνώτα και οι αγάπες. Σʼ εκείνο το ταξίδι…” τα όνειρα εδώ κάπου αρχίζουν “… Στην επόμενη πρόβα ήταν τέσσερις.
Στούντιο του Σόλωνα, Νέα Ζωή. Πολύχρωμα φώτα, ενισχυτές, τύμπανα, πλήκτρα!
Νιώθουν στο φυσικό τους χώρο. Παίζουν με απίστευτο δυναμισμό και τα τραγούδια ξεπηδούν το ένα πίσω απʼ τʼ άλλο, μαγευτικά! ” Το Φάντασμα “, “Ακακία “,”Virginia Claim”, ήταν μερικά από αυτά. Η δημιουργικότητα φτάνει στο ζενίθ. Μυστική λέξη : Christian Brothers!
Εδώ κάτι συνέβαινε! Βαθειά στο πίσω μέρος του μυαλού τους, πέρα από τη λογική, η μοίρα άρχιζε να υφαίνει όλους τους πιθανούς δρόμους που θα μπορούσαν να ακολουθήσουν από δω και στο εξής, χτίζοντας γέφυρες κι ανοίγοντας γκρεμούς, για τον καθένα μα και για όλους μαζί, δοκιμάζοντας την πίστη και την αντοχή τους.
Όμως, πάντα κρίνουμε από το αποτέλεσμα. Αρχές ʽ 91 και ο Σωτήρης αποχωρεί από τη μπάντα. Η ουσία πίσω από τα “γιατί” βρίσκεται στο ότι καμία κατάσταση, είτε όμορφη είτε άσχημη δεν κρατά για πάντα. Από τη στιγμή που γεννιέται, με τα συναισθήματα που δημιουργεί, είναι σαν να ζητά το αντίθετό της να σπρωχτεί, να κάνει κύκλο, να ολοκληρωθεί.
Σʼ αυτόν τον αέναα περιστρεφόμενο τροχό, όπου το αποτέλεσμα γεννά αιτίες που με τη σειρά τους οδηγούν σʼ άλλα αποτελέσματα, είναι που μαύρα σύννεφα μαζεύονται στον ουρανό της μπάντας. Σύννεφα που έφεραν και φέρνουν καταιγίδες που άλλοτε μπορούν να αποφευχθούν κι άλλοτε τις προκαλούν οι ίδιοι ωσάν νέοι μα άπειροι βροχοποιοί.
Αρχές του ʽ 91, χειμώνας, και το όνομα βρίσκεται. Διάφανα Κρίνα. Από ένα τραγούδι και μʼ ένα ταυτόχρονο εμπνευσμένο ” κλικ ” στα μυαλά τους. Καλό σημάδι.
” Θα πάρω εγώ το μπάσο”,είπε ο Θάνος. Αν εξαιρέσουμε το σπάσιμο ενός πλήκτρου του πιάνου από την πτώση ενός πιατινιού, το σπάσιμο του πεταλιού της μπότας των ντραμς από πολλούς θεωρείται φυσιολογική φθορά. Για τον Σόλων όμως, δεν ήταν έτσι και τα
” Κρίνα” μένουν στο δρόμο. Ένας φίλος ο Θωμάς, μπασίστας σε μια ρέγγε μπάντα, τους ” Κιλιμάντζαρο”, δίνει λύση: ” Γιατί δεν πάτε στον Τζώνη!”
Studio 42, στη καρδιά του Αιγάλεω, διαθέτει και μπάσο! Οικοδεσπότης ο Γιάννης Ζερβάκος, άνθρωπος που σε βλέπει και ανοίγει τα χέρια του. Ζεστός, εγκάρδιος, έτοιμος να βοηθήσει. Πέρασαν καμπόσους μήνες εκεί, οι τρεις τους και ο Γιάννης. Άλλοτε με ταξί, άλλοτε με λεωφορείο, Νέα Ζωή - γήπεδο Αιγάλεω. Μπύρες από το γωνιακό ψιλικατζίδικο, κρασί, ούζο, ουίσκι από την ” Κάβα 21″(!!), πολλά τσιγάρα και ” Πρόσωπα Γκρι”, ” Παρείσακτος”, ” Ο Ουρανός Του Βεδουίνου”, οι καρποί της εποχής αυτής.
Τα πάντα εξελίσσονταν μʼ απίστευτες ταχύτητες. Το πρώτο live δεν άργησε να έρθει.
Τα ” Κρίνα” καίγονταν να φτάσουν στη πηγή, εκεί απʼ όπου ξεπηδούν όλα τα δεδομένα.
Η ζωντανή εμφάνιση, το ξεμπρόστιασμα.
1991. Καλοκαίρι. Πλατεία Φυλακών Κορυδαλλού με τους ” Ωχρά Σπειροχαίτη”.
Τριάντα λεπτά ακατέργαστου RʼN'R με “γκαραζιέρικο” παίξιμο. Ο ενισχυτής της κιθάρας κόντευε να εκραγεί, τα τύμπανα ασελγούσαν στα τραγούδια και ο Θάνος έκανε στις φωνητικές του χορδές ότι ακριβώς έκανε και στις χορδές του μπάσου.
Επόμενο live. Χαϊδάρι, φεστιβάλ στο Παλατάκι. Ένα μπουκάλι βότκα στα στομάχια, μια κιθάρα, δυο μπαγκέτες και πάνω στη σκηνή. Κάπου ανάμεσα στο κοινό έστεκε και ο Νίκος ο Μπάρδης και κοιτούσε… κοιτούσε και άκουγε…
Ένα ένα τα κάστρα έπεφταν και οι απαιτήσεις τέθηκαν από την αρχή ισχυρές προς τους ίδιους τους εαυτούς τους. Απαιτήσεις για έναν ιδιωτικό χώρο και για νέα μέλη, να μοιραστούν το όνειρο, να το κάνουν πιο πραγματικό.
Λίγο μετά το καλοκαίρι προστίθεται στη παρέα και ο Νίκος Τσουκαλάς, αδερφός του Κυριάκου και φίλος εδώ και χρόνια των υπολοίπων. Κιθαρίστας κι αυτός, πιο πριν έπαιζε στους ” Χωρίς Ανάσα”. Είχε χώρο για πρόβες. “Ελάτε σπίτι μου”, είπε. Ήταν ένα μικρό δωματιάκι στην ταράτσα του σπιτιού του. Απίστευτη τύχη. Ήταν στριμωγμένα αλλά ελεύθερα από χρόνο. Άρχισαν να φαντάζονται τον μπασίστα τους. Βάζουν αγγελία στην μουσική εφημερίδα “ΟΖ”. Ανταποκρίθηκαν δυο άτομα. Δεν ταίριαξαν όμως και η αναζήτηση σταματά εδώ διότι πριν περάσει καλά καλά ένας μήνας, χρειάστηκε να φύγουν από το σπίτι του Νίκου επειδή ο θόρυβος που προκαλούσαν ήταν πάνω από τις αντοχές των περίοικων. Έτσι ξαναγύρισαν στο παλιό, καλό, studio 42 που τόσο όλοι τους αγάπησαν.
Λίγο καιρό μετά αποχωρεί και ο Νίκος Τσουκαλάς. “RʼN'R Never grassed”,είχε πει κάποιος, καλώς ή κακώς. Τα “Κρίνα” συνεχίζουν τρίο. Συνεχίζονται και οι εμφανίσεις σε συνοικιακά μπαράκια ώσπου το χειμώνα του ʽ 92 η τύχη χαμογελά. Βρίσκεται χώρος. Άλλος χώρος.
Υπόγειο αυτη τη φορά. Αγοράζουν όργανα, με τον Κυριάκο πάντα έτοιμο, με τον P.V. και την Lucile αγκαλιά, μαέστρος και οργανωτής της ηχητικής τους ταυτότητας. Rogers τύμπανα, Farfissa για το μπάσο, μια Lem κονσόλα για τη φωνή, φτιάχνουν τα ηλεκτρικά και ξεκινούν τις πρόβες. “Υπόγεια Πρόβα”, “Πολεμικό Ανακοινωθέν”, “Παρείσακτος”, “Αναστεναγμός”.
Ανθίζουν τα κρίνα στην καρδιά του χειμώνα; Αν ναι, τότε τι κρίνα θα είναι αυτά;
Ένα απόγευμα, κατέβηκε τη σκάλα του υπογείου ο Παντελής. Ψηλός, αδύνατος, με μια φάτσα που δύσκολα συναντάς κι ακόμα πιο δύσκολα ξεχνάς, άνθρωπος φτιαγμένος από την ίδια πάστα, ρομαντικός κι ευαίσθητος, προχωρούσε σε παράλληλα μονοπάτια με τους υπόλοιπους. Μέσω ενός κοινού τους φίλου ήρθε σε επαφή με τα “Κρίνα” και ταιριάξανε τα χνώτα και τα όνειρα.
Όμως όπως έλεγε και ο αξέχαστος H.P.Lovecraft, “…για κάθε όνειρο που οι άνεμοι μας φέρνουν, χιλιάδες όνειρα δικά μας παίρνουν…“. Δεν ήταν μόνο ο πόλεμος στον Κόλπο η συμφορά εκείνο το καλοκαίρι, ήταν και η πλημμύρα στο υπόγειο που τους ανάγκασε να “ξεσπιτωθούν” για μια ακόμα φορά. Μισό μέτρο νερό στο υπόγειο, να καθρεπτίζεται η στάθμη στα μάτια τους, να τους πνίγει.
Επιστροφή, που αλλού, στο πάντα φιλόξενο “Studio 42″.
1993. Μέσα στους αρκετούς μήνες που πέρασαν στο “42″, η μεγαλύτερη και ευτυχέστερη στιγμή γράφτηκε με την “είσοδο” του Νίκου Μπάρδη. Ο Νίκος είχε από καιρό φανταστεί τον εαυτό του να παίζει μαζί τους, ακούγοντάς τους, εκεί στο “42″. Διακριτικός κι ευαίσθητος με μια μεγάλη δημιουργική διάθεση και πάνω απ΄ όλα πειραματιστής δεν άργησε καθόλου να κερδίσει τις καρδιές τους και να δέσει μαγικά το σχήμα δίνοντάς του την κατάλληλη ισορροπία.
Πρώτη εμφάνιση στο ΑΝ club στην πρώτη τους έξοδο στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Οι τοίχοι του “42″ ολοένα γέμιζαν με αυτοσχέδιες αφίσες των συναυλιών τους. Τα καινούρια τραγούδια γίνονταν πιο “έξυπνα”, πιο περιεκτικά από πρίν, πιο μελωδικά. Χωρίς να απαρνηθούν τις ρίζες τους και την παιδεία τους, τα “Κρίνα” αφομοίωναν συνεχώς τα ερεθίσματα από τον κόσμο γύρω τους που συνεχώς άλλαζε.
Έτσι τέλη του ΄93 παίρνουν την απόφαση πως ήρθε ο καιρός να αποτυπώσουν σε βινύλιο δείγματα της δουλειάς τους ικανοποιώντας έτσι ένα όνειρο ( το πρώτο όνειρο ) και ταυτόχρονα δίνοντας ένα ραντεβού με την Ιστορία. Σε λίγους μήνες ο Θάνος και ο Τάσος θα έφευγαν στην υπηρεσία της μαμά-πατρίδος. Έτσι με τη βοήθεια του Ζερβάκου στο “42″ πραγματοποιήθηκε το πρώτο demo με πέντε τραγούδια: “Αναστεναγμός”, “Προσευχή”, Πολεμικό Ανακοινωθέν”, “Λιώνοντας Μόνος”, “Κάτω απʼ το Ηφαίστειο”.Μάλιστα το “Κάτω απʼ το ηφαίστειο” ήταν το πρώτο από την στιχουργική δουλειά του Παντέλη, μέχρι τότε ο Θάνος ήταν ο απόλυτος στιχουργός. Το demo φτάνει στα χέρια του Θοδωρή Κρίθαρη στην Wipe Out .Συμφωνεί και το χειμώνα του ΄94 ηχογραφούν το πρώτο τους επτάιντσο “Κάτω απ΄το Ηφαίστειο - Λιώνοντας Μόνος” στον Περισσό σ΄ ένα στούντιο της Columbia.
Εκεί στο περίφημο P.D.R. ,θα είναι η πρώτη τους επαφή με τέτοιους χώρους “επεξεργασίας θαυμάτων”, όπως και η πρώτη τους επαφή με τον Κώστα Βάμβουκα που έκανε την ηχοληψία, βοήθησε στην παραγωγή και στάθηκε οδηγός για τα “Κρίνα” σʼ έναν άγνωστο δρόμο που μόλις είχαν αρχίσει να βαδίζουν. Σάν τέτοιος λοιπόν, θα παίξει καθοριστικό ρόλο στην πορεία τους, αλλά τρία χρόνια αργότερα.
Ένα μήνα μετά την ηχογράφηση του επτάιντσου, χτυπά το τηλέφωνο. Ο Κρίθαρης προτείνει τη συμμετοχή των “Κρίνων” στη συλλογή που θα εξέδιδε η Wipe Out με τίτλο “Το Μαγικό Βοτάνι”. Μεγάλη ευκαιρία! Και μπαίνει εδώ το ερώτημα: καινούριο τραγούδι ή παλιό; Εδώ έγινε και η πρώτη καθοριστική επιλογή για το μέλλον της μπάντας.
Φυσικά καινούριο!!!! Τόσο καινούριο μάλιστα που δεν υπήρχε ακόμα.
Υπήρχε κάτι άλλο όμως…
Πριν λίγες μέρες ,ένα άχαρο μουντό μεσημέρι, στο λεωφορείο για την Αθήνα, ο Θάνος σκέφτεται την Κατερίνα Γώγου, που τόσο απότομα και τόσο νωρίς άφησε κενή τη θέση της.” Αυτό για την Κατερίνα”,είπε στους υπόλοιπους δείχνοντάς τους τους στίχους πάνω σ΄ ένα κομμάτι εφημερίδας. Οκτώ ώρες στο studio “Praxis” με τον Coti-K. και η “Μουχλαλούδα, η μπαλάντα της φωτιάς” ήταν γεγονός! Ένας τίτλος που ομολογουμένως μπέρδεψε πολλούς μα ένα τραγούδι που ακούστηκε πολύ, τόσο ώστε να εντυπωθούν τα “Κρίνα” στη συνείδηση του κόσμου.
Έτσι το Μάρτη του ʽ 94 μʼ ένα επτάιντσο που κοντεύει να εξαντληθεί (κόπηκε μόνο σε 500 αντίτυπα), μʼ ένα τραγούδι σε μια συλλογή να παίζεται στο ραδιόφωνο και δύο από αυτούς στο στρατό, τα “Κρίνα” κάνουν ένα διάλειμμα που κράτησε μέχρι και το Φθινόπωρο του ʽ 95 οπότε και επέστρεψαν, ώστε να προετοιμαστούν, όλοι μαζί, για ένα ακόμα μεγάλο βήμα στο ραντεβού τους με την ιστορία (το δεύτερο όνειρο) τον Χειμώνα του ʽ 96.
Όμως, συναυλιακά, τα “Κρίνα” θα μείνουν άπρακτα ουσιαστικά μέχρι την Άνοιξη του ʽ 97 από ένα τραγικό συμβάν:
Πρώτη Μαίου του ʽ 95, ένα ατύχημα με τη μηχανή θα κρατήσει τον Κυριάκο πολλούς μήνες στο κρεβάτι.
1996. Χειμώνας. Με δώδεκα τραγούδια στις “αποσκευές” τους, τα Κρίνα μπαίνουν στο Praxis με ηχολήπτη τον Λάμπρο Σφυρή και μʼ ένα καινούριο μέλος στη σύνθεσή τους τον Παναγιώτη Μπερλή, έναν παλιό γνωστό και φίλο, που θα ηχογραφούσε πλήκτρα και πιάνο στα τραγούδια . Μέσα σε ένα μήνα περίπου το “Έγινε η απώλεια συνήθειά μας” ήταν γεγονός. Περιείχε δεκατέσσερα τραγούδια -δώδεκα συν δύο, το “Δίπλα σου σαν… πάντα” και το “Δ” που δημιουργήθηκαν επί τόπου.
Έτσι για πρώτη φορά τα Κρίνα αρχίζουν τα live έχοντας πλέον δισκογραφική δουλειά, αφήνοντας πίσω σιγά σιγά τα παλιά τους τραγούδια, αφήνοντας πίσω τα παλιά τους λημέρια.
Πρώτο live στο club της οδού Ασωμάτων και ακολουθεί το “Δίπλα στο ποτάμι” για να φτάσουμε στον Ιούνιο του ʽ 97 όπου θα φιλοξενηθούν από το Rockwave Festival, τη δεύτερη μέρα μαζί με τους Love in Sadness, Flowers of Romance, New Model Army και The Sisters Of Mercy.
Eκτός από τις πύλες του Rockwave, εκείνη τη χρονιά, ανοίγουν και οι πόρτες για κάτι πολύ περισσότερο από μια απλή συνεργασία με τον Κώστα Βάμβουκα . Ο Κώστας, με το γέλιο να εναλλάσσεται με τη δημιουργική τρέλα στο βλέμμα του, θα γίνει το έβδομο μέλος της μπάντας, ωθώντας τα πράματα εκεί όπου κανείς άλλος δεν θα μπορούσε, προσφέροντας, πολλές φορές, στην ισορροπία την άγρια ομορφιά της ακροβασίας.
Με ηχολήπτη τον Κώστα, το ʽ 97 θα φύγει με τρία ακόμα live, στο φεστιβάλ του Άρδα, στη Υδρόγειο στη Θεσσαλονίκη και στο ΤΝΤ στα Γρεβενά, συνολικά έξι συναυλίες που τα Κρίνα θα τις θυμούνται για πάντα.
Το 1998 θα έρθει με τους καλύτερους οιωνούς. Η μπάντα αφήνει οριστικά το αγαπημένο “studio 42″ για να στεγαστεί σε δικό της χώρο. Μονοκατοικία με αυλή και απεριόριστο χρόνο για χαλάρωση και πρόβες. Αποφασίζουν να αφήσουν τις δουλειές τους για να αφοσιωθούν στη μουσική και ότι ήρθε η στιγμή για το δεύτερο μεγάλο τους δίσκο.
Πάλι στο “Praxis” και το “Κάτι Σαράβαλες Καρδιές” θα είναι η νέα τους παρεμβολή στην Πραγματικότητα η οποία θα ξεδίπλωνε μπροστά τους άπειρες επιλογές. Νέοι δρόμοι, νέοι άνθρωποι, νέες αγάπες. Ξεχωριστή στιγμή ήταν η συμμετοχή του Αλκίνοου Ιωαννίδη σʼ αυτό το δίσκο.
Η πρώτη τους εμφάνιση στο club “ΡΟΔΟΝ” θα γίνει στις 25 Απριλίου του 1998.
Μέσα σʼ αυτό το χρόνο και στον επόμενο, τα Κρίνα θα δώσουν live σʼ όλη την Ελλάδα σχεδόν. Η μπάντα είναι on the road. Εννιαθέσιο βαν, φορτωμένο πίσω με τα όργανα και τους ενισχυτές και το κοντέρ να γράφει. Ατελείωτα χιλιόμετρα, μέσα στο βάν, ο ένας δίπλα στον άλλο και οι καρδιές να ανοίγουν. Κι έτσι να βγαίνουν όλα στη φόρα. Το φως και το σκοτάδι.
Να τρέχει το βαν μες την ομίχλη, το cd να παίζει Deus, οι μπύρες να γυρνούν… κάποιος φωνάζει, thatʼs rock ʽnʼ roll…,οι πόλεις να εναλλάσσονται η μια την άλλη, νέες πόλεις, άλλα μαγαζιά, διαφορετικοί άνθρωποι, καινούριες αγκαλιές, περισσότερα γέλια, λίγα ακόμα δάκρυα, κι έκει, ο χρόνος σταματά, επιβραδύνει μέχρι που σταματά τελείως και όλα γίνονται, όλα συμβαίνουν τώρα, σʼ ένα μεγάλο, άπειρο ΤΩΡΑ !
Έχουμε ανακαλύψει τη μηχανή του χρόνου! Είμαστε χρονοταξιδιώτες!
Τέλη του ʽ 99, επιστροφή στην Αθήνα, που αρχές Νοεμβρίου, ζει ένα μεγάλο γεγονός. Οι Tintersticks έρχονται για δύο μέρες στη “Σφεντόνα”. Τους γίνεται πρόταση για support και δέχονται και τα Κρίνα ανεβαίνουν στη σκηνή για σαράντα λεπτά να παίξουν και για δύο ώρες back stage να δουν και να ακούσουν από κοντά τον Stuart Staples και την παρέα του.
Το 2000 θα σημαδευτεί από την αποχώρηση του Παναγιώτη και η αλλαγή αυτή θα φέρει την ανάγκη για νέους προσανατολισμούς.
Τα live συνεχίζονται ασταμάτητα, από πόλη σε πόλη. Εκεί κάπου ανάμεσα, βράδυ, σʼ ένα βρόγχο του αιτιατού, όπου δεν υπάρχει ο χρόνος, το βαν διασχίζει την ενδοχώρα και το μυαλό δουλεύει ασταμάτητα, τα Κρίνα αποφασίζουν να ορθώσουν τη δική τους φωνή .
Με τη δική τους δισκογραφική εταιρία , THIS IS MY VOICE, θα κυκλοφορήσουν το 2000 το ΕΡ «Είναι που όλα ήρθαν αργά» και το LP «Ευωδιάζουν αγριοκέρασα οι σιωπές» και με μπροστάρη και οδηγό τον Κώστα Βάμβουκα, θα οργανώσουν την μεγαλύτερή τους περιοδία στην Ελλάδα το 2001 με κατάληξη την Αγγλία. Fish and chips και hot-dog με ψημένο κρεμμύδι στους δρόμους του Λονδίνου, του Μάντζεστερ, του Μπράϊτον, βόλτες στα δισκάδικα, στα δισκάδικα-καφέ, μαύρη μπύρα, καμπανάκι στις 11 το βράδυ και η ιστορία της Βρετανικής μουσικής σκηνής να ζωντανεύει μπροστά στα μάτια τους.
Τι άλλο να πούμε; Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Το 2004 η THIS IS MY VOICE κλείνει και ο Κώστας Βάμβουκας αποχωρεί από το σχήμα. Είπαμε, δεν είπαμε; “…η ουσία πίσω απʼ τα “γιατί” είναι ότι…”. Διαρκώς άνθρωποι έρχονται και φεύγουν αφήνοντας τη σφραγίδα τους πάνω σʼ αυτούς που συνεχίζουν. Μέσα από τις ιδιόμορφες σχέσεις αυτό που εξερευνείς τελικά, κάθε φορά, είναι πλευρές του εαυτού σου και σκοπός του κάθε εξερευνητή είναι να είναι δίκαιος και όχι να αποδίδει δικαιοσύνη.
Μʼ ένα δισκάκι στο Fractal Press ( ηχογραφημένο από την ομάδα one hour before the trip)και τη μουσική επένδυση του θεατρικού “Δις Τζούλια”, τα Κρίνα φτάνουν, το 2003 να ηχογραφούν στο δικό τους χώρο το “Ό,τι απόμεινε απʼ την ευτυχία” με ηχολήπτες-συμπαραγωγούς τους Τίτο Καρυωτάκη και Χρήστο Χαρμπίλα. Αυτό θα είναι και το “κύκνειο άσμα” της this is my voice. O Kώστας Βάμβουκας παραδίδει τη σκυτάλη και ο Δημήτρης Γιάλας αναλαμβάνει τον ήχο των Κρίνων, δίνοντας νέα πνοή στον ήχο και στις σχέσεις.
Απʼ το 2004 τα Κρίνα στεγάζονται σʼ άλλο χώρο που εκτός από προβάδικο, αξιοποιήται δημιουργικά και για ηχογραφήσεις. Πιστοί στο όραμά τους για πειραματισμό το 2006 ηχογραφούν με τον Δημήτρη Γιάλα το ορχηστρικό “Ο Γύρος Της Μέρας Σε Ογδόντα Κόσμους”,
Και τώρα υπακούοντας σʼ ένα ακόμα κάλεσμα της αγάπης, καλούνται στην ουσία να βρουν τη δύναμη να χτίσουν γέφυρες, με υλικά τους ίδιους τους εαυτούς τους, για να ξεπεράσουν τους γκρεμούς που άνοιξε ή τυχόν νʼ ανοίξει μπροστά τους η μοίρα. Η ιστορία εξελίσσεται σε διαρκή ροή.
Είτε υποθέσουμε πως η ζωή και η τύχη είναι τροχοί που γυρνούν και πως το καλό διαδέχεται το κακό, όπως το φως το σκοτάδι, οπότε με υπομονή, σύνεση και ελπίδα όλα πετυχαίνονται, είτε πούμε πως το πάθος, η επιμονή, το όραμα και η αγάπη δίνουν στο φινάλε τη διέξοδο στις χαοτικές καταστάσεις της ζωής μας (ποιός θα αμφισβητούσε την ικανότητα του ανθρώπου με τέτοια εφόδια να διαμορφώνει το μέλλον του, η αλήθεια παραμένει η ίδια.
Χρειάζονται το ίδιο η επιμονή και η υπομονή, η σύνεση και το πάθος, το όραμα, η ελπίδα και η αγάπη για να ξεφύγει κανείς από τον πόνο τον αγκιστρευτή και τον Χρόνο που μας μετρά και μας τελειώνει. Να βάλει τάξη στο Χάος και να δημιουργήσει. Το θάρρος, σʼ αυτό το “επικίνδυνο παιχνίδι” δεν είναι παρά το δόλωμα που προκαλεί την τύχη η οποία, αργά ή γρήγορα θα σταθεί σʼ αυτόν που τολμά.
Συνοπτικά η πλήρης τους δισκογραφία:
1994 - Λιώνοντας μόνος / Κάτω απʼ το ηφαίστειο
1996 - Έγινε η απώλεια συνήθειά μας
1998 - Κάτι σαράβαλες καρδιές
2000 - Είναι που όλα ήρθαν αργά
2000 - Ευωδιάζουν αγριοκέρασα οι σιωπές
2001 - Καινούργιος τόπος / Κάτω απʼ το ηφαίστειο
2003 - Ο,τι απόμεινε απʼ την ευτυχία
2005 - Ο γύρος της μέρας σε ογδόντα κόσμους
2008 - Η αγάπη πάλι θα καλεί (αναμένεται)
και οι συμμετοχές τους:
1994 - Μαγικό Βοτάνι
1997 - Underground ʽ97
1998 - Underground ʽ98
2000 - Sessions 01
2001 - Στον Π.
Η αλήθεια είναι πως τα Διάφανα Κρίνα έχουν και φανατικούς φίλους (θα το καταλάβετε αν ποτέ βρεθείτε σε μία συναυλία τους) και φανατικούς εχθρούς (αυτό το έχω καταλάβει εγώ από διάφορες συζητήσεις που έχω κάνει αλλά και από άρθρα που έχω διαβάσει), ωστόσο το να κρίνει κάποιος τη μουσική τους και να αποφανθεί πως δεν είναι κάτι το αξιόλογο, είναι πραγματικά δύσκολο, αν μη τι άλλο τόσο οι στίχοι όσο και η μουσική είναι εξαιρετικά εμπνευσμένη και αμφότερα είναι σφιχτά δεμένα μεταξύ σου. Μια προσεκτική ακρόαση των λίγων δίσκων τους σίγουρα θα πείσει και τους πιό δύσπιστους.
Μερικοί στίχοι:
Οι έρημες πόλεις, τα φώτα που σβήνουν
σαν γέροι που κλείσαν τα μάτια και πίνουν
και συ να γερνάς μες της λήθης το ψέμα
κουφάρι απόγνωσης στου ήλιου το γέρμα.
Γλείφουμε τις πληγές στο άγιο σου δέρμα
σερνόμαστε κατάκοποι κοντά σου
και μεσ' στο παρεκκλήσι της καρδιά σου
κοινωνάμε στάχτη, πίκρα και αίμα.
Τα μάτια της λάμπουν σαν έναστρη νύχτα
τα χέρια της σκάβουν τον τύμβο της ήττας
και συ να ζητάς, να βρεις ένα τέρμα
σαν χάδι χαμένο, στης θλίψης το δέρμα.
Τα ποτήρια μείναν άδεια
ένας φίλος που 'φυγε νωρίς
το προσωπό του καθρεφτίζεται
στις γουλιές μας, στις ματιές μας
στις κραυγές μας, στις καρδιές μας.
Γέρασα μεσ' στην σιωπή σου ξεχασμένος τόσα χρόνια
σ' αυτόν τον τόπο τον λεπρό
κουφάρι θλιβερό.
Γλύφω το οξύ απ' τις ρωγμες των χειλιών σου και προσπαθώ να σου απαλύνω τον πόνο
τα χρόνια που περάσανε μ' αφήσανε μόνο να ψάχνω την πνοή μου στο νεκρό εαυτό σου.
Εκεί που η αγάπη εχεί τελειώσει
και σιγοσβήνουν των χαμένων οι λυγμοι
εκεί που το κορμί σου έχουν στοιχειώσει
τουρίστες της ζωής σου θλιβεροί.
Λυπάμαι που δεν έγινα μια θάλασσα για σένα
Να με κοιτάς νοσταλγικά με τα μαλλιά βρεγμένα
Λυπάμαι που δεν έγινα Σαχάρα να ουρλιάζεις
Κάτω από τ' άστρα από χαρά να κλαίς, ν' ανατριχιάζεις
Λυπάμαι που δεν έγινα βράχος να ξαποστάσεις
Βότσαλο αψηλάφητο να σκύψεις να το πιάσεις.
Λυπάμαι που δεν έγινα μια θάλασσα για σένα
Να με κοιτάς νοσταλγικά με τα μαλλιά βρεγμένα
Λυπάμαι που δεν έγινα Σαχάρα να ουρλιάζεις
Κάτω από τ' άστρα από χαρά να κλαίς, ν' ανατριχιάζεις
Λυπάμαι που δεν έγινα βράχος να ξαποστάσεις
Βότσαλο αψηλάφητο να σκύψεις να το πιάσεις.
Το σώμα μου δε δόθηκε στις πέτρες,
δε στέρεψε το τελευταίο μου δάκρυ,
του έρωτα εποχές, μάγισσες, ψεύτρες,
των πιο όμορφων νυχτών, ώρες αλήτρες!
Κάποιος έκλεγε με τύψεις
για όσα πρόδωσα εγώ
για όλα αυτά που 'χα αγαπήσει
για όλα αυτά που δε θα δω
Να κουρνιάζω ερείπιο στα ερείπια επάνω
και να φτύνω σιωπές σ' άλλες δυό μου ζωές
που δε τρέχουν τα σύννεφα και πως ν' ανασάνω
με πατζούρια κλειστά και θνητούς πνεύμονες.
Κι εγώ που δεν σε γνώριζα μα πάντα σ' αγαπούσα
κι εγώ που σε φοβόμουνα και στη σκιά σου ζούσα
είχα ένα ψέμα για να ζω και εκτοξευμένος στο κενό
δε μπόρεσα να θυμηθώ γιατί πονούσα
Πόσο ακόμα θα υπάρχω στις ρακένδυτες μνήμες σου
πόσο ακόμα θα ψάχνω αιμοραγώντας με στίχους
την ανάσα απ' το γέλιο σου, τους τριγμούς απ'τα βήματα
της αγάπης το τρέμουλο στους σπασμούς της φωνής σου
τόσα χρόνια σπατάλησα να προσμένω τον ίσκιο σου
ένα χέρι ζεστό ας μου κλείσει τα μάτια
Ήταν τα χρόνια μας πληγές
σε κουρασμένες φτέρνες
φώνές που αντήχησαν νεκρές
μεσα σε άδειες στέρνες
δίχως να τους αποκριθεί
η ηχώ έστω μιας απάτης
κάτι σαράβαλες καρδιές
στο τσίρκο της αγάπης.
Δε θα δειπνήσω πια με τη μορφή σου
δε θα ζητήσω βάλσαμο απ' τα παλιά
θα μπω σε ένα πλοίο και θα ρωτήσω
στον άλλο κόσμο αν μοιράζουνε φιλιά
Οι στίχοι, είναι 100% αφιερωμένοι στην ανθρώπινη θλίψη, την αγάπη, τον έρωτα, την απώλεια και σε τίποτε παραπάνω.-Γελώντας λούζομαι σε βιβλικές βροχές
κι αν σκοτεινιάζω αγάπη μου μην με φοβάσαι
γιατί ευωδιάζουν αγριοκέρασα οι σιωπές
που με τυλίγουν σαν ομίχλη όταν κοιμάσαι
Δε θα βρεις κάτι περισσότερο και θα δε βρεις και κάτι λιγότερο, κάθε δίσκος είναι και μία μνεία στην αγάπη.
Τα Διάφανα Κρίνα για εμένα είναι ό,τι δυνατότερο και άμεσο έχω ακούσει από την ελληνική "ανεξάρτητη" μουσική σκηνή, είναι στίχοι που είναι πάντα στο στόμα μου μόλις τους ακούω, είναι συναυλία στο όρθιο με μία μπύρα στο χέρι (Λιολιώ σε αγαπώ ρε όπου και αν είσαι ), είναι θλίψη, είναι μεθύσι, μοναξιά και χίλια ακόμη συναισθήματα που τουλάχιστον εγώ με λίγα ακούσματα έχω νιώσει.
Όσοι τους έχετε ακούσει, συγγνώμη αν σας κούρασα, όσοι πάλι όχι να το κάνετε, αξίζει.
Ευχαριστώ.
borat.-
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
borat
Επιφανές μέλος
copy paste από την επίσημη ιστοσελίδα τους:
Σύντομη κορεϋδρογραφία
[Κάπου, σʼ ένα σχολείο της Κέρκυρας:
- Για πες μου ορέ Ντιριντίν Ντιριντόν, τι ξέρεις για τσου κορεσμένους υδρογονάνθρακες;]
Οι Κόρε. Ύδρο. σχηματίστηκαν στην Κέρκυρα το φθινόπωρο του 1993 από τον Παντελή Δημητριάδη και το Γιώργο Αρβανιτάκη μαζί με δύο σχολικούς τους φίλους, το Σπύρο Καταγή και τον Τέο Παϊραμίδη, και -ως τριμελές κυρίως σχήμα, μετά την πρόωρη εκδίωξη του τελευταίου- σύντομα απέκτησαν cult φήμη στους underground μαθητικούς κύκλους του νησιού, στηριζόμενη σε μια σειρά από ανεπεξέργαστες, άχρονες «no-fi» σπιτικές ηχογραφήσεις trash αισθητικής, που κυκλοφορούσαν από χέρι σε χέρι σε μερικές δεκάδες αντίτυπα, αλλά και σε μια γενικότερη παρα-καλλιτεχνική δραστηριότητα, που περιλάμβανε περίεργες «ζωντανές εμφανίσεις», πρωτόλεια «video-clips», χιουμοριστικές «ταινίες» μικρού μήκους κ.λπ. [Πρόσθετες πληροφορίες και πλούσιο υλικό από την πρώτη περίοδο του συγκροτήματος μπορείτε να βρείτε στο σχετικό τμήμα του site.]
Η πρώτη αυτή, αποκηρυγμένη πλέον στο μεγαλύτερο μέρος της, περίοδος των Κόρε. Ύδρο. συνεχίστηκε με κάποιες αλλαγές στη σύνθεση (προσχώρηση του πρώτου ανθρώπου που αγόρασε κασέτα των Κόρε. Ύδρο. και μεγαλύτερου φαν στην πρώιμη ιστορία του συγκροτήματος Κωνσταντίνου Αμύγδαλου το 1997 και παραίτηση του Καταγή το 2000, μετά από 7 χρόνια ανεξάντλητης παραγωγής με το συγκρότημα) ως το καλοκαίρι του 2001, όταν το τρίο ηχογράφησε τα τελευταία τραγούδια του πριν την προσχώρηση του Αλέξανδρου Μακρή, ενός από τους ελάχιστους ανθρώπους που αναγνώριζε καλλιτεχνική αξία στα -κατά μαζική τότε ομολογία- «καραγκιοζιλίκια» της πρώτης περιόδου του συγκροτήματος, που αποτέλεσε σημείο αναφοράς για μια νέα αρχή για τους Κόρε. Ύδρο., όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα 15 κομμάτια του δίσκου Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ (παραγωγή του ίδιου του συγκροτήματος), που κυκλοφόρησε το Μάρτιο του 2003 από την ιστορική ανεξάρτητη εταιρεία Wipe Out Records σε 515 αντίτυπα και έγινε δεκτός με ενθουσιώδεις κριτικές από τον εγχώριο μουσικό τύπο. Ακολούθησε η αποκλειστικά online κυκλοφορία (με δωρεάν διάθεση από την επίσημη ιστοσελίδα του συγκροτήματος) του mini album Εφτά Μήνες Μετά, με παραλειπόμενα από τα sessions του Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ αλλά και μεταγενέστερες ηχογραφήσεις, ενώ το Φεβρουάριο του 2004 εκδόθηκε -επίσης σε παραγωγή του συγκροτήματος- το πρώτο επίσημο video των Κόρε. Ύδρο., για το τραγούδι «Η Καλοσύνη Σου», που ξεχώρισε περισσότερο μέσα από το Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ.
Τον Αύγουστο του 2004 το συγκρότημα αντιμετώπισε τη μεγαλύτερη κρίση της ιστορίας του, φτάνοντας στα πρόθυρα της διάλυσης, λόγω της έντασης που προκλήθηκε στις σχέσεις των δύο ηγετικών μελών (Παντελή Δημητριάδη και Αλέξανδρου Μακρή), ως φυσιολογική απόληξη των οργανωτικών και άλλων προβλημάτων (στράτευση, οικονομική δυσχέρεια, δυσκολία εξεύρεσης μόνιμων συνεργατών για ζωντανές εμφανίσεις, πενιχρή εμπορική αποδοχή του Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ) που είχαν συσσωρευτεί στο συγκρότημα και εμπόδιζαν την ομαλή επιτέλεση των δραστηριοτήτων του. Η καλή θέληση και κυρίως η επίγνωση της σημαντικότητας του νέου υλικού, που προοριζόταν για τον επερχόμενο δίσκο του συγκροτήματος, συντέλεσαν στη γρήγορη υπέρβαση της κρίσης, που αυτόματα σήμανε και την έναρξη μιας σειράς αναπάντεχων θετικών εξελίξεων, με αποκορύφωμα τη συμφωνία με τη δισκογραφική εταιρεία MINOS-EMI το Σεπτέμβριο του 2005 για την κυκλοφορία του δίσκου, που είχε ήδη ηχογραφηθεί από τον Παντελή, τον Αλέξανδρο και τα τρία νέα μέλη -φίλους και περιστασιακούς συνεργάτες του συγκροτήματος από το παρελθόν- που είχαν στο μεταξύ προστεθεί στη βασική καλλιτεχνική ομάδα των Κόρε. Ύδρο., τον ντράμερ Αλέξη Αποστολίδη [05.2004] και τους κιθαρίστες Σπύρο Σπυράκο [01.2005] και Νίκο Βαρότση [05.2005], «απαλλάσσοντας» το Γιώργο και τον Κωνσταντίνο από τις μουσικές τους «υποχρεώσεις», προς χάριν της απερίσπαστης ενασχόλησής τους με το εικαστικό μέρος των δραστηριοτήτων του συγκροτήματος, που άλλωστε ήταν ανέκαθεν το πρωτεύον αντικείμενό τους.
Ο δεύτερος «κανονικός» δίσκος των Κόρε. Ύδρο. Φτηνή Ποπ για την Ελίτ, ηχογραφημένος -κατά το μεγαλύτερο μέρος του την άνοιξη του 2005- στο «σπιτικό» studio του συγκροτήματος στην Κέρκυρα, κυκλοφόρησε το Φεβρουάριο του 2006 από την ΕΜΙ (υπό το label της Capitol), σε μια ευτυχή συμπόρευση DIY attitude και φιλοδοξίας. Ο δίσκος γνωρίζει ήδη πρωτοφανή κριτική αποδοχή αλλά και απρόσμενη εμπορική επιτυχία, έχοντας φτάσει ως το #21 του επίσημου ελληνικού album chart της IFPI, με το τραγούδι «Όχι πια Έρωτες» να απολαμβάνει εξαιρετικό ραδιοφωνικό και τηλεοπτικό airplay.
Το Μάρτιο του 2006 πραγματοποιήθηκε η πρώτη ζωντανή εμφάνιση των Κόρε. Ύδρο. στην Αθήνα (Gagarin 205), ενώ είχε ήδη επισημοποιηθεί η συνεργασία του συγκροτήματος με τον μπασίστα Παναγιώτη Διαμάντη, ο οποίος σκηνοθέτησε και το δεύτερο video-clip από τη Φτηνή Ποπ για την Ελίτ, για το τραγούδι «Τώρα που δεν Έχω Κανέναν» [εκδόθηκε 06.2006]. Ακολούθησε [11.2006] το σκηνοθετημένο από το συγκρότημα video-clip του «Οι Εραστές του Τίποτα». Το Νοέμβριο του 2006 η Φτηνή Ποπ για την Ελίτ ονομάστηκε από το μουσικό περιοδικό SONIK (τεύχος 22) «ο σημαντικότερος ελληνικός δίσκος της δεκαετίας μέχρι στιγμής». Έναν ακριβώς χρόνο μετά την κυκλοφορία της ΦΠγτΕ [15.02.2007] οι Κόρε. Ύδρο. επανεμφανίστηκαν στο Gagarin 205 μπροστά σε ένα φανατικό κοινό και με αντίκτυπο που καθιστά τη συγκεκριμένη εμφάνιση σταθμό στην ιστορία του συγκροτήματος. Ακολούθησε μικρή περιοδεία -η πρώτη στην ιστορία του συγκροτήματος- ανά την Ελλάδα.
Αυτή την περίοδο οι Κόρε. Ύδρο. δουλεύουν πάνω στον τρίτο τους δίσκο.
δισκογραφία:
- Αν Όλα Τέλειωναν Εδώ
- Εφτά Μήνες Μετά
- Φτηνή Ποπ για την Ελίτ
Ακούστε τους.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
-
Το forum μας χρησιμοποιεί cookies για να βελτιστοποιήσει την εμπειρία σας.
Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, συναινείτε στη χρήση cookies στον περιηγητή σας.