touvlo
Πολύ δραστήριο μέλος
Η touvlo αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Γερμανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 913 μηνύματα.
22-11-23
17:18
ευχαριστούμε πάρα πολύ, που παρεθεσες μέρος της εργασίας σου. Εσένα μη σε χάσουμε, θα σε χρειαστούμε!Σου παραθέτω μερος της εργασιας μου που εκανα πανω στην μελετη της καταθλιψης ωστε να καταλαβεις οτι αυτο το ποσοστο βγαινει απο πολυ συγκεκριμενο πλαισιο
Ο δωδεκάμηνος επιπολασμός της Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής στη Βόρεια
Αμερική ανέρχεται σε ποσοστό 3-5% για τους άνδρες και 8-10% για τις γυναίκες
(Kessler, (2005)), ενώ ο επιπολασμός ζωής στο σύνολο του παγκόσμιου πληθυσμού
ανέρχεται σε ποσοστό 7-21% (Kessler, (2013)). Έχει βρεθεί ότι το 2017 περίπου 163
εκατομμύρια άνθρωποι (2% του παγκόσμιου πληθυσμού) υπέφεραν από Κατάθλιψη
(GBD, (2017)). Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, το συνολικό ποσοστό
των ατόμων με Κατάθλιψη στη χώρα μας το 2015 προσδιορίστηκε στο 5.7%. Η
ηλικιακή ομάδα με τα υψηλότερα ποσοστά Κατάθλιψης είναι αυτή των ατόμων μεταξύ
55-74 ετών, ενώ συχνά εμφανίζεται σε παιδιά και εφήβους κάτω των 15 ετών (WHO
Επειτα δεν προσμετράγατε ο παραγοντας της συννοσηροτητας πολλες φορες .
Η Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή συχνά συνυπάρχει με άλλες ψυχικές διαταραχές.
Το 30% των ατόμων με Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή εμφανίζει μία ή
περισσότερες επιπλέον αγχώδεις διαταραχές, όπως Γενικευμένη Αγχώδη Διαταραχή,
Διαταραχή Πανικού και Διαταραχή Μετατραυματικού Στρες, τα συμπτώματα των
οποίων πιθανόν να επιβραδύνουν την ανάρρωση, ενώ αυξάνουν την πιθανότητα
υποτροπής και την αυτοκτονική συμπεριφορά (Moffitt et al., (2007) και Hirschfeld,
(2001)).
Η εμφάνιση κατάθλιψης είναι 1,49-3,5 φορές πιο πιθανή στα άτομα με κοινωνική
φοβία, ενώ στο 77% των περιπτώσεων η κοινωνική φοβία προηγείται της
κατάθλιψης. Το γεγονός αυτό πιθανόν συνδέει την έλλειψη προσωπικών σχέσεων
και την απομόνωση που προκύπτει εξαιτίας των κοινωνικών αποφυγών που
χαρακτηρίζουν τη διαταραχή κοινωνικού άγχους με την επακόλουθη εμφάνιση της
κατάθλιψης (The Wiley Blackwell Handbook of Social Anxiety Disorder (2014)).
Τα άτομα που πάσχουν από Κατάθλιψη συχνά εμφανίζουν αυξημένα ποσοστά
εξάρτησης από το αλκοόλ ή/και από ουσίες, γεγονός που επιδεινώνει την πορεία της
θεραπείας και αυξάνει τον κίνδυνο εκδήλωσης αυτοκτονικής συμπεριφοράς (Grant,
(1995) και Boden (2011)).
Συχνή είναι επίσης η συννοσηρότητα με Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και
Υπερκινητικότητας. Το 1/3 των ατόμων με ΔΕΠΥ αναπτύσσουν στην πορεία και
Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή (Hallowell, (2005)). Η συνύπαρξη των δύο αυτών
διαταραχών τείνει να δυσκολεύει τόσο τη διάγνωση όσο και τη θεραπεία τους
(Brunsvold, (2008)).
Τέλος, στα άτομα τρίτης ηλικίας η Κατάθλιψη συχνά συνυπάρχει με σωματικά
νοσήματα, όπως αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο, καρδιαγγειακά νοσήματα, νόσο του
Πάρκινσον και χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια (Yohannes, (2008)).
Αλλος ενας παραγοντας ειναι και η Διαφοροδιαγνωση
Είναι σημαντικό να μη συγχέεται η Kατάθλιψη με τη Δυσθυμία. Η Δυσθυμία αποτελεί
μια χρόνια, ηπιότερη διαταραχή της διάθεσης, η οποία χαρακτηρίζεται από πεσμένη
διάθεση σχεδόν σε καθημερινή βάση για τουλάχιστον δύο χρόνια. Τα συμπτώματα
δεν είναι τόσο έντονα όσο στην Κατάθλιψη, ωστόσο τα άτομα με Δυσθυμία είναι
πιθανό να εμφανίσουν δευτερογενή μείζονα καταθλιπτικά επεισόδια (Sadock,
(2002)).
Η Μείζονα Καταθλιπτική Διαταραχή προσομοιάζει αρκετά στην Διαταραχή της
Προσαρμογής με καταθλιπτική διάθεση, η οποία εμφανίζεται ως απόκριση σε κάποιο
συγκεκριμένο στρεσογόνο παράγοντα και τα συμπτώματά της επηρεάζουν σημαντικά
τη διάθεση και τη συμπεριφορά του ατόμου, ωστόσο δεν πληρούνται τα κριτήρια για
διάγνωση Μείζονος Καταθλιπτικού Επεισοδίου (APA, (2013)).
Στις Διπολικές Διαταραχές, τα Μείζονα Καταθλιπτικά Επεισόδια εναλλάσσονται με
Μανιακά ή/και Υπομανιακά Επεισόδια, τα οποία χαρακτηρίζονται από ανεβασμένη ή
ευερέθιστη διάθεση, διογκωμένη αυτοεκτίμηση, ιδεοφυγή και παθολογικά αυξημένη
ενέργεια (APA, (2013)).
Αναφορικά με τη Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας, είναι
σημαντικό να μην παρερμηνεύονται τα συμπτώματα έλλειψης συγκέντρωσης και
χαμηλής ανοχής στην ματαίωση, τα οποία συχνά είναι κοινά και στις δύο διαταραχές,
γεγονός που παρακωλύει την ορθή διάγνωση (Brunsvold, (2008)).
Σε περιπτώσεις στις οποίες το άτομο έχει βιώσει κάποια απώλεια, το πιθανότερο
είναι τα συμπτώματα να οφείλονται στο Πένθος και όχι στην ύπαρξη Μείζονος
Καταθλιπτικής Διαταραχής. Η βασική διαφορά του φυσιολογικού πένθους με την
Κατάθλιψη είναι ότι στο πρώτο η πεσμένη διάθεση συνδέεται άμεσα με την απώλεια,
η διάθεση συχνά παρουσιάζει διακυμάνσεις και συνήθως η αυτοεκτίμηση του ατόμου
παραμένει άθικτη, ενώ στη δεύτερη η καταθλιπτική διάθεση είναι επίμονη και
περισσότερο διάχυτη και η αυτοεκτίμηση του ατόμου πλήττεται σημαντικά, καθώς
παρουσιάζει έντονο αίσθημα αναξιότητας και αυτο-υποτίμησης (ΑΡΑ, (2013)).
Τέλος, προτού δοθεί η διάγνωση Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής είναι σημαντικό
να αποκλειστεί το ενδεχόμενο τα συμπτώματα να προκύπτουν από κάποια ιατρική
κατάσταση ή από χρήση ουσιών (APA, (2013)).
ολα αυτα βεβαια ειναι βαση και του DSM και τις βιβλιογραφιας που αναφερω
Κοίτα, αν μερικές φορές γράφω τις σκέψεις μου, σε σένα ή και στον VW τις προάλλες, δε θέλω να θίξω τις εργασίες σας, που συγχαρητήρια για τον κόπο σας και σας ευχαριστούμε, που μοιράζεστε τη γνώση μαζί μας. Απλά πάντα έχω μια κριτική διάθεση. Ίσως το επεξεργάζομαι στο μυαλό μου, κάνοντας εσάς ενοχλητικές ερωτήσεις, αλλά στην ουσία θέλω να διαλύσω τις δικές μου αμφιβολλίες και θέλω να βρω, πού ακριβως είναι η αλήθεια.
Πχ, είδες, πως μας ανεφερες πολλές διαταραχές. Όμως για πες μου, αν κάποιος δεν πηγαίνει σε ψυχολόγο, πώς θα καταμετρηθεί; Θέλω να πω, πως μπράβο οι ψυχολόγοι που δίνουν στοιχεία, αλλά υπάρχουν και περιπτώσεις, οι χειρότερες μην σου πω, που δεν είναι σε επίβλεψη/θεραπεία