Νωεύς
Τιμώμενο Μέλος
Ο Ιάσων αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μαθητής/τρια και μας γράφει απο Άγιο Πνεύμα (Σέρρες). Έχει γράψει 5,713 μηνύματα.
22-07-08
00:51
Κάτω από το πρίσμα του Χριστιανισμού
Είναι γενικά παραδεκτό από όλες σχεδόν τις χριστιανικές ομολογίες, ότι η Εκκλησία, βασικά, είναι αποστολή και πως η αποστολή αποτελεί την ίδια την ουσία της, την ίδια τη ζωή της. Η ιστορία ωστόσο φανερώνει πως πολλές «διαστάσεις» της χριστιανικής αποστολής η Εκκλησία συχνά πυκνά τις λησμόνησε, από τον καιρό που παραδέχθηκε την εγκαθίδρυση της στον κόσμο και την αξιοσέβαστη θέση της ως μίας παγκόσμιας θρησκείας,
Οποιαδήποτε κι αν ήταν τα επιτεύγματα της χριστιανικής αποστολής μέχρι σήμερα, πρέπει ιδιαίτερα στις ημέρες μας με ειλικρίνεια και εντιμότητα να αντιμετωπίσουμε μία διπλή αποτυχία: την αποτυχία να πετύχουμε κάποια ουσιαστική νίκη πάνω, γενικά, στις υπόλοιπες μεγάλες παγκόσμιες θρησκείες και, κατʼ επέκταση, την αποτυχία να καταπολεμήσουμε την κυρίαρχη και αυξανόμενη κοσμικότητα του πολιτισμού μας.
Έτσι ο Χριστιανισμός είναι κι αυτός απλά μία θρησκεία ανάμεσα στις άλλες και σίγουρα πέρασε ο καιρός που οι Χριστιανοί μπορούσαν να παίρνουν τις άλλες θρησκείες για «πρωτόγονες» και για καταδικασμένες να χαθούν κάτω από την αυταπόδεικτη «ανωτερότητα» του Χριστιανισμού. Οι άλλες θρησκείες όχι μόνον δεν εξαφανίστηκαν, αλλά παρουσιάζουν σήμερα μία αξιοπρόσεχτη ζωτικότητα, «προσηλυτίζοντας» ανθρώπους ακόμα και μέσα από τη λεγόμενη «χριστιανική κοινωνία». Όσο για το «σεκουλαρισμό»(κοσμικότητα), τίποτα δε δείχνει καλύτερα την ανικανότητα του σύγχρονου χριστιανικού ομολογιακού πλουραλισμού, να αναμετρηθεί μαζί του(της), από τη σύγχυση και τη διαίρεση που προκαλεί αυτός(η) ανάμεσα στους ίδιους τους Χριστιανούς. Η ολοκληρωτική και βίαιη καταδίκη της κοσμικότητας από το Χριστιανισμό του «βιβλικού γράμματος»(fundamentalism) σʼ όλες τις αποχρώσεις του, έρχεται σε σύγκρουση με τη σχεδόν ενθουσιαστκή παραδοχή της κοσμικότητας από τους πολυάριθμους χριστιανούς ερμηνευτές» του «σύγχρονου κόσμου» και του «σύγχρονου ανθρώπου».
Δύο είναι τα κύρια ρεύματα μεταξύ των Χριστιανών σήμερα, σχετικά με τη θέση τους και τη λειτουργία τους μέσα στον κόσμο. Υπάρχει πρώτα η θρησκευτική αντίληψη, η θεσμική. Αυτή που εκλαμβάνει τη θρησκεία, ως ουσιαστική ανάγκη του ανθρώπου, όπως η οικονομία, η πολιτική, η τεχνολογία κ.π.. Συνήθως εδώ, ακόμη και οι πιο συντηρητικές, ομολογιακές και «αποκλειστικές» Εκκλησίες παραδέχονται την ιδέα της συμβίωσης με ξένες θρησκείες, παραδέχονται κάθε λογής «διάλογους» και «πλησιάσματα». Ενόψει πάντα, κάποιου αθεϊσμού και υλισμού, φιλελεύθερες και συντηρητικές ομολογίες μεταξύ των Χριστιανών, εύκολα εγκαταλείπουν την «αρχαία» ιδέα της αποστολής-σύμφωνα με την οποία, αποστολή σημαίνει το κήρυγμα της μίας αληθινά οικουμενικής Θρησκείας, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες θρησκείες- και την αντικαθιστούν με ένα κοινό πανθρησκευτικό μέτωπο απέναντι στον «κοινό εχθρό»: την Κοσμικότητα. Αυτή, υποτίθεται, απειλεί τις κοινές «πνευματικές αξίες» της εν γένει θρησκευτικότητας των ανθρώπων.
Ποιες είναι όμως αυτές οι «βασικές θρησκευτικές(πνευματικές) αξίες»; Ηθική; Φροντίδα για την αλήθεια; Ανθρώπινη αδερφοσύνη και αλληλεγγύη; Δικαιοσύνη; Αυταπάρνηση; Αν θέλουμε να είμαστε απόλυτα τίμιοι, θα αναγνωρίσουμε πως υπάρχει μεγαλύτερο πάθος στη φροντίδα για όλες αυτές της «αξίες» ανάμεσα στους «κοσμικούς»(«λαϊκούς»), παρά ανάμεσα στις οργανωμένες θρησκευτικές ομάδες, που τόσο εύκολα προσαρμόζονται με το ελάχιστο ποσοστό ηθικής, με τη διανοητική απεριέργεια, με τις προλήψεις, με το απονεκρωμένο μέρος της παράδοσης. Αυτό που απομένει είναι η περιβόητη «πνευματική ανησυχία», «αγωνία» και τʼ αναρίθμητα «προσωπικά προβλήματα», στα οποία η θρησκεία παρουσιάζεται, πάντα, υπεραρμόδια.
Η δεύτερη τάση είναι η αποδοχή της κοσμικότητας. Σύμφωνα με τους ιδεολόγους ενός «μη θρησκευτικού» Χριστιανισμού, η κοσμικότητα δεν είναι ο αντίπαλος, δεν είναι ο καρπός της τραγικής απώλειας της θρησκείας, δεν είναι αμάρτημα και τραγωδία, αλλά η «ενηλικίωση» του κόσμου, την οποία ο Χριστιανισμός πρέπει ν παραδεχθεί και να αποδεχθεί ως απόλυτα φυσική: « Η τιμιότητα απαιτεί να αναγνωρίσουμε πως χρειάζεται να ζούμε στον κόσμου σα να μην υπήρχε Θεός»!
Είναι γενικά παραδεκτό από όλες σχεδόν τις χριστιανικές ομολογίες, ότι η Εκκλησία, βασικά, είναι αποστολή και πως η αποστολή αποτελεί την ίδια την ουσία της, την ίδια τη ζωή της. Η ιστορία ωστόσο φανερώνει πως πολλές «διαστάσεις» της χριστιανικής αποστολής η Εκκλησία συχνά πυκνά τις λησμόνησε, από τον καιρό που παραδέχθηκε την εγκαθίδρυση της στον κόσμο και την αξιοσέβαστη θέση της ως μίας παγκόσμιας θρησκείας,
Οποιαδήποτε κι αν ήταν τα επιτεύγματα της χριστιανικής αποστολής μέχρι σήμερα, πρέπει ιδιαίτερα στις ημέρες μας με ειλικρίνεια και εντιμότητα να αντιμετωπίσουμε μία διπλή αποτυχία: την αποτυχία να πετύχουμε κάποια ουσιαστική νίκη πάνω, γενικά, στις υπόλοιπες μεγάλες παγκόσμιες θρησκείες και, κατʼ επέκταση, την αποτυχία να καταπολεμήσουμε την κυρίαρχη και αυξανόμενη κοσμικότητα του πολιτισμού μας.
Έτσι ο Χριστιανισμός είναι κι αυτός απλά μία θρησκεία ανάμεσα στις άλλες και σίγουρα πέρασε ο καιρός που οι Χριστιανοί μπορούσαν να παίρνουν τις άλλες θρησκείες για «πρωτόγονες» και για καταδικασμένες να χαθούν κάτω από την αυταπόδεικτη «ανωτερότητα» του Χριστιανισμού. Οι άλλες θρησκείες όχι μόνον δεν εξαφανίστηκαν, αλλά παρουσιάζουν σήμερα μία αξιοπρόσεχτη ζωτικότητα, «προσηλυτίζοντας» ανθρώπους ακόμα και μέσα από τη λεγόμενη «χριστιανική κοινωνία». Όσο για το «σεκουλαρισμό»(κοσμικότητα), τίποτα δε δείχνει καλύτερα την ανικανότητα του σύγχρονου χριστιανικού ομολογιακού πλουραλισμού, να αναμετρηθεί μαζί του(της), από τη σύγχυση και τη διαίρεση που προκαλεί αυτός(η) ανάμεσα στους ίδιους τους Χριστιανούς. Η ολοκληρωτική και βίαιη καταδίκη της κοσμικότητας από το Χριστιανισμό του «βιβλικού γράμματος»(fundamentalism) σʼ όλες τις αποχρώσεις του, έρχεται σε σύγκρουση με τη σχεδόν ενθουσιαστκή παραδοχή της κοσμικότητας από τους πολυάριθμους χριστιανούς ερμηνευτές» του «σύγχρονου κόσμου» και του «σύγχρονου ανθρώπου».
Δύο είναι τα κύρια ρεύματα μεταξύ των Χριστιανών σήμερα, σχετικά με τη θέση τους και τη λειτουργία τους μέσα στον κόσμο. Υπάρχει πρώτα η θρησκευτική αντίληψη, η θεσμική. Αυτή που εκλαμβάνει τη θρησκεία, ως ουσιαστική ανάγκη του ανθρώπου, όπως η οικονομία, η πολιτική, η τεχνολογία κ.π.. Συνήθως εδώ, ακόμη και οι πιο συντηρητικές, ομολογιακές και «αποκλειστικές» Εκκλησίες παραδέχονται την ιδέα της συμβίωσης με ξένες θρησκείες, παραδέχονται κάθε λογής «διάλογους» και «πλησιάσματα». Ενόψει πάντα, κάποιου αθεϊσμού και υλισμού, φιλελεύθερες και συντηρητικές ομολογίες μεταξύ των Χριστιανών, εύκολα εγκαταλείπουν την «αρχαία» ιδέα της αποστολής-σύμφωνα με την οποία, αποστολή σημαίνει το κήρυγμα της μίας αληθινά οικουμενικής Θρησκείας, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες θρησκείες- και την αντικαθιστούν με ένα κοινό πανθρησκευτικό μέτωπο απέναντι στον «κοινό εχθρό»: την Κοσμικότητα. Αυτή, υποτίθεται, απειλεί τις κοινές «πνευματικές αξίες» της εν γένει θρησκευτικότητας των ανθρώπων.
Ποιες είναι όμως αυτές οι «βασικές θρησκευτικές(πνευματικές) αξίες»; Ηθική; Φροντίδα για την αλήθεια; Ανθρώπινη αδερφοσύνη και αλληλεγγύη; Δικαιοσύνη; Αυταπάρνηση; Αν θέλουμε να είμαστε απόλυτα τίμιοι, θα αναγνωρίσουμε πως υπάρχει μεγαλύτερο πάθος στη φροντίδα για όλες αυτές της «αξίες» ανάμεσα στους «κοσμικούς»(«λαϊκούς»), παρά ανάμεσα στις οργανωμένες θρησκευτικές ομάδες, που τόσο εύκολα προσαρμόζονται με το ελάχιστο ποσοστό ηθικής, με τη διανοητική απεριέργεια, με τις προλήψεις, με το απονεκρωμένο μέρος της παράδοσης. Αυτό που απομένει είναι η περιβόητη «πνευματική ανησυχία», «αγωνία» και τʼ αναρίθμητα «προσωπικά προβλήματα», στα οποία η θρησκεία παρουσιάζεται, πάντα, υπεραρμόδια.
Η δεύτερη τάση είναι η αποδοχή της κοσμικότητας. Σύμφωνα με τους ιδεολόγους ενός «μη θρησκευτικού» Χριστιανισμού, η κοσμικότητα δεν είναι ο αντίπαλος, δεν είναι ο καρπός της τραγικής απώλειας της θρησκείας, δεν είναι αμάρτημα και τραγωδία, αλλά η «ενηλικίωση» του κόσμου, την οποία ο Χριστιανισμός πρέπει ν παραδεχθεί και να αποδεχθεί ως απόλυτα φυσική: « Η τιμιότητα απαιτεί να αναγνωρίσουμε πως χρειάζεται να ζούμε στον κόσμου σα να μην υπήρχε Θεός»!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.